Τον Μάρτιο του 1936 έφτασε στη Σπιναλόγκα, το νησί των λεπρών απέναντι από την Ελούντα της Κρήτης, ένας νεαρός που έμελλε να αλλάξει τη μοίρα όλων των ασθενών του νησιού. Ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης.
Ήταν μαθητής δημοτικού όταν χτυπήθηκε από τη νόσο του Χάνσεν, κοινώς γνωστή ως λέπρα. Τότε τα σημάδια της αρρώστιας δεν ήταν ορατά και ο μικρός Επαμεινώνδας συνέχισε να ζει φυσιολογικά. Μεγαλώνοντας όμως, η ασθένεια δεν του χαρίστηκε και άρχισε να σημαδεύει με χαρακτηριστικό τρόπο το σώμα και το πρόσωπό του.
Απόδραση από τη Σπιναλόγκα
Το 1931 εγκατέλειψε με μια βάρκα το χωριό του, την Αγία Τριάδα Σητείας, για να αποφύγει τον εγκλεισμό στη Σπιναλόγκα. Είχε προηγηθεί καταγγελία και οι αρχές τον αναζητούσαν παντού.
Ο Ρεμουντάκης κατάφερε να ξεφύγει. Για λίγο βρήκε καταφύγιο στο Κουφονήσι και αργότερα κατάφερε να φτάσει στην Αθήνα. Εκεί χάθηκε ανάμεσα στο πλήθος της πόλης. Έδωσε εξετάσεις και πέρασε στη Νομική. Σαν φοιτητής ήταν πολύ δραστήριος και οργανωτικός.
Συνέχισε να ζει κανονικά έως το 1936. Τότε η αρρώστια είχε προχωρήσει και πλέον δεν μπορούσε να κρυφτεί. Η αιφνίδια σύλληψή του διέκοψε την πορεία των σπουδών του.
Αρχικά ο Ρεμουντάκης οδηγήθηκε στο νοσοκομείο λοιμωδών στην Αγία Βαρβάρα Αττικής. Λίγους μήνες μετά αποφάσισε οικειοθελώς να μεταφερθεί στη Σπιναλόγκα και να συνεχίσει εκεί τη ζωή του.
Μόνη του παρηγοριά και συνάμα δυστυχία, ήταν ότι εκεί βρισκόταν ήδη η αδελφή του, που είχε χτυπηθεί κι αυτή από την ασθένεια.
Στην αυτοβιογραφία του, αναφερόμενος στην απότομη διακοπή των σπουδών του, είπε: «Έσβησε ένα όνειρο, που το είδα, το άγγιξα και λίγο ακόμα και θα γινόταν δικό μου».
Στη Σπιναλόγκα
Αν και η μοίρα δεν τον άφησε να πραγματοποιήσει τα όνειρά του, ο Ρεμουντάκης δεν το έβαλε κάτω. Με το που έφτασε στο νησί ξεκίνησε τις προσπάθειες για να βελτιώσει την καθημερινότητα των κατοίκων.
Οι τρόφιμοι του νησιού-γκέτο ήταν πολλοί και οι συνθήκες ζωής τριτοκοσμικές.
Δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα και καμία υποδομή για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Το νησί ήταν βρώμικο και παρατημένο.
Ο Ρεμουντάκης οργάνωσε την «αδελφότητα ασθενών Σπιναλόγκας». Αμέσως φρόντισε να βρεθεί ασβέστης για να γίνει η κλασική απολύμανση στις αυλές και στα καλντερίμια.
Σε λίγες μέρες το νησί άλλαξε όψη. Λίγο αργότερα έφτασε και μια ηλεκτροπαραγωγική μηχανή που έδινε ρεύμα για να φωτίζονται οι δρόμοι τη νύχτα. Μετά από δικές του ενέργειες επισκέφτηκε το νησί ένας οδοντίατρος ο οποίος φρόντισε τους ασθενείς.
Πώς ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης έχασε τη φωνή του
Στη συνείδηση του κόσμου, οι ασθενείς ήταν κοινωνικά νεκροί. Ο Ρεμουντάκης όμως πίστευε ότι τους άξιζε μια αξιοπρεπής ζωή. Διεκδικούσε τα δικαιώματα των χανσενικών με μεγάλο πάθος και δυναμισμό.
Επί κατοχής η κατάσταση έγινε ξανά ανυπόφορη.
Τα τρόφιμα και τα φάρμακα που έφταναν τον υπόλοιπο καιρό στη Σπιναλόγκα με καΐκι από την Κρήτη, τελείωσαν. Ο κόσμος υπέφερε και ήταν εγκλωβισμένος στο γκέτο.
Ο Ρεμουντάκης προσπαθούσε με κάθε τρόπο να βοηθήσει. Απελπισμένος, άρχισε μια μέρα να φωνάζει προς τα ιταλικά στρατεύματα κατοχής πώς αν δεν κάνουν κάτι, θα απομακρύνει από το νησί τον ιερέα και τα παιδιά και θα βάλει φωτιά. «Θα ζωντανέψει για ακόμα μια φορά στον 20ο αιώνα το Μεσολόγγι και το Αρκάδι» ούρλιαξε.
Η ένταση της φωνής του ήταν τόσο δυνατή, με αποτέλεσμα να διαρραγεί ο ουρανίσκος του. Σιγά -σιγά έχασε τη φωνή του κατά 80%. Η φωνή της καρδιάς του όμως, έμεινε αφοσιωμένη για πάντα στη διεκδίκηση των δικαιωμάτων των λεπρών.
Ο Ρεμουντάκης αρνήθηκε να παραδοθεί. Πάλεψε, ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε πάνω στο νησί της εξορίας, για το οποίο έκανε ότι μπορούσε, ώστε να μη μοιάζει με κόλαση.
Όταν στο τέλος της δεκαετίας του ’50 η Σπιναλόγκα εκκενώθηκε, ο Ρεμουντάκης με τη σύζυγό του μεταφέρθηκαν ξανά στο νοσοκομείο λοιμωδών της Αγίας Βαρβάρας, όπου έζησαν μέχρι το τέλος της ζωής τους.
Δείτε τον αγωνιστή από τη Σπιναλόγκα σ’ ένα σπάνιο οπτικό ντοκουμέντο. Πατήστε εδώ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πότε και γιατί η λέπρα ονομάστηκε «αγία νόσος» και η βοήθεια προς τους λεπρούς θεωρήθηκε ιερή πράξη….