Λίγο μετά το τέλος του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, τρεις άντρες απολαμβάνουν τη νύχτα στο πολυτελές μπαρ του ξενοδοχείου «Φόρεστ Παρκ» στις Πλάτρες. Η συζήτηση τους κινείται γύρω από τις προοπτικές ανάπτυξης του επιχειρηματικού τομέα στην Κύπρο.
Ο Γεώργιος Σκυριανίδης, ιδιοκτήτης του Φόρεστ Παρκ, επιχειρηματίας και αντιδήμαρχος Λευκωσίας, έριξε την ιδέα που του είχε προτείνει ο Ρούμπερντ Κάνινγκ, υπασπιστής του Άγγλου Κυβερνήτη. Τη δημιουργία ενός πολυτελούς ξενοδοχείου στην καρδιά της Λευκωσίας.
Ο Γεώργιος Πούλιας συμφώνησε ευθύς αμέσως. Δεν υπήρχαν πολλά ξενοδοχεία στη Λευκωσία και αν και η τουριστική κίνηση δεν ήταν ευρεία, ωστόσο χρειαζόταν ένα τέτοιο ξενοδοχείο στην πρωτεύουσα.
Ο Δημήτριος Ζερπίνης, επιχειρηματίας από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, έμεινε για λίγη ώρα σκεπτικός και επιφυλακτικός. Ναι μεν ήθελε να επεκτείνει τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες στην Κύπρο, καθώς τον είχε θαμπώσει η ομορφιά του νησιού, ωστόσο δεν ήταν σίγουρος για την τοποθεσία. Παρ’ όλα αυτά, δέχτηκε να επενδύσει και να γίνει μέτοχος στην κατασκευή του.
Το όνειρο, πραγματικότητα
Τον Δεκέμβριο του 1947, τέθηκε ο θεμέλιος λίθος του ξενοδοχείου. Αν και αντιμετώπισαν αρκετές οικονομικές δυσκολίες και η αγγλική αποικιοκρατική κυβέρνηση αρνήθηκε να δανειοδοτήσει τους επιχειρηματίες, ο Ζαρπίνης έδωσε τη λύση, με 40,000 λίρες.
Δύο χρόνια αργότερα, το ξενοδοχείο άρχισε να λειτουργεί.
Αν και οι τρεις άντρες είχαν συμφωνήσει κανείς να μην έχει μεγαλύτερο μερίδιο μετοχών από τον άλλο, ωστόσο ο Ζερπίνης διατηρούσε την πλειοψηφία, αφού είχε επενδύσει τα περισσότερα χρήματα.
Μετά τον θάνατό του μάλιστα, τις μετοχές του αγόρασε από τη σύζυγό του, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’.
Στις 8 Οκτωβρίου 1949, τέσσερις ιερείς της Φανερωμένης Εκκλησίας, έκαναν αγιασμό στο νέο ξενοδοχείο. Ο Κυβερνήτης δήλωσε: «Δυστυχώς, η κυβέρνηση δεν ήταν έτοιμη να βοηθήσει με δάνειο το ωραίο αυτό ξενοδοχείο».
Από εκείνη την ημέρα, ξεκίνησε το νέο ξενοδοχείο να επεκτείνει τη φήμη του τόσο εντός όσο και εκτός Κύπρου.
Με 93 δωμάτια, 150 κλίνες, χώρους για διάβασμα, κυπριακό και αμερικανικό μπαρ, αίθουσα χορού, και αίθουσες για δεξιώσεις και συγκεντρώσεις ο Λήδρα Πάλας, ξεκίνησε να κατακτά τις καρδιές των Κυπρίων και όχι μόνο.
Ο εφευρέτης του brandy sour
Το Λήδρα Πάλας έγινε ο καλύτερος προορισμός στη νυχτερινή ζωή της πρωτεύσας. Τη διοργάνωση του καλλιτεχνικού προγράμματος είχε αναλάβει ο καλλιτεχνικός πράκτορας Αρτίν και οι κάτοικοι της Λευκωσίας το κατέκλυζαν σχεδόν καθημερινά. Εκτός όμως από τους πετλάτες, το λάτρευαν και οι δημοσιογράφοι. Κάθε φορά που υπήρχε ένταση στην ευρύτερη περιοχή, το ξενοδοχείο μετατρεπόταν σε κέντρο τύπου με γραφομηχανές, τσιγάρα και άυπνους δημοσιογράφους να δουλεύουν μανιωδώς.
Όταν έκαναν διάλειμμα, παρηγοριά τους ήταν το μπαρ του ξενοδοχείου.
Ο επαγγελματίας Στέλιος Σουρμελής, το είχε μετατρέψει σε ένα από τα πέντε πιο δημοφιλή μπαρ της Ευρώπης. Ένας από τους δημοσιογράφους, ο Βρετανός Sandy Gall, που είχε μείνει στο ξενοδοχείο είχε γράψει: «Έμεινα στο περίφημο Λήδρα Πάλας, όπου ο μπάρμαν έφτιαχνε τα καλύτερα brandy sour».
Το μάτι του ξενοδοχείου, ο θυρωρός Σάββας
Ο Sandy εξύμνησε και τον θυρωρό του ξενοδοχείου, τον Σάββα, τον οποίο χαρακτήρισε δημοσιογραφικό μύθο.
Ο μπάρμαν διηγήθηκε μια ιστορία για τον περίφημο θυρωρό, που ήταν θερμός πατριώτης. «Στις 26 Νοεμβρίου 1956, οι Άγγλοι είχαν δείπνο, κι ανάμεσά τους βρισκόταν ο αρχηγός της αντικατασκοπίας. Στο μέσο περίπου του γεύματος εξερράγη μία βόμβα που βρισκόταν πίσω από το καλοριφέρ. Μία δεύτερη βόμβα που είχε τοποθετηθεί στην ίδια αίθουσα του ξενοδοχείου δεν εξερράγη. Οι ζημιές ήταν ελάχιστες και κανένας δεν έπαθε τίποτα. Στη συνέχεια συγκέντρωσαν στο σαλόνι όλο το προσωπικό αλλά κανένας δεν ομολόγησε. Συνέλαβαν τότε τον ηλεκτρολόγο κι άλλον ένα. Ανάμεσα στο προσωπικό του Λήδρα Πάλας, υπήρχαν μέλη της ΕΟΚΑ ή άτομα που έδιναν πληροφορίες. Ένας από αυτούς ήταν ο επικεφαλής των θυρωρών, Σάββας».
Το Λήδρα Πάλας, πολιτικό κέντρο
Φυσικά το ξενοδοχείο βρέθηκε και στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής. Πολλές από τις πιο σημαντικές συναντήσεις, πραγματοποιήθηκαν στα σαλόνια του. Το 1956, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος επέλεξε να συναντήσει τον Κυβερνήτη Χάρτινγκ στο Λήδρα Πάλας, προκειμένου να συζητήσουν τη λύση του κυπριακού προβλήματος. Αργότερα το ξενοδοχείο φιλοξενούσε τις διακοινοτικές συνομιλίες.
Η κατάληψη από την ΟΥΝΦΙΚΥΠ
Τον Ιούλιο του 1974, αρκετοί δημοσιογράφοι επέλεξαν να μείνουν στο Λήδρα Πάλας για να καλύψουν τα γεγονότα του πραξικοπήματος. Μεταξύ αυτών και το συνεργείο της τουρκικής τηλεόρασης. Όταν η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο, το ξενοδοχείο βρέθηκε στο κέντρο των εξελίξεων και όσοι δημοσιογράφοι έμεναν στα δωμάτιά του, έζησαν τα γεγονότα και τις σφοδρές μάχες.
Δύο εθνοφρουροί που επάνδρωσαν φυλάκιο μέσα στο ξενοδοχείο, ήταν οι πρώτοι νεκροί της εισβολής.
Οι μάχες ήταν συνεχείς στο ξενοδοχείο με τους Τούρκους στρατιώτες να βάλλουν ακατάπαυστα κατά του ξενοδοχείου. Οι εκπρόσωποι των Ηνωμένων Εθνών μετέφεραν τις απειλές των Τούρκων, πως αν το ξενοδοχείο δεν εκκενωθεί από τους εθνοφρουρούς, τότε θα το βομβάρδιζαν.
Τα Ηνωμένα Έθνη πίεζαν με ένταση να αποχωρήσουν οι εθνοφρουροί. Η νύχτα κύλησε γεμάτοι ολμοβολισμούς.
Την επόμενη ημέρα, τα Ηνωμένα Έθνη κατάφεραν να θέσουν το ξενοδοχείο υπό τον έλεγχό τους και η κατάσταση δεν έχει αλλάξει ακόμη.
Διαβάστε επίσης σρτη ΜτΧ: Ποιο γνωστό ξενοδοχείο της Κύπρου κτίζουν οι εργάτες το 1928; Γιατί ονομάστηκε το Ξενοδοχείο των Βασιλιάδων και συνδέεται με θρύλους, φαντάσματα και βρικόλακες (ΒΙΝΤΕΟ)