Το 1971, ξεκίνησαν τα γυρίσματα της ταινίας «Αλίκη Δικτάτωρ» της Φίνος Φιλμς με πρωταγωνιστές την Αλίκη Βουγιουκλάκη και το Νίκο Γαλανό.
Εκείνη την περίοδο, φροντιστής της εταιρείας παραγωγής ήταν ο Παντελής Παλιεράκης. Οι σχέσεις του ωστόσο με τη Βουγιουκλάκη ήταν τεταμένες. Προσπαθούσαν από κοινού να τηρούν τα προσχήματα και να έχουν μια ομαλή συνεργασία, αλλά η κακιά στιγμή δεν άργησε να έρθει.
Το περιστατικό με το τσιγάρο
Σε ένα προγραμματισμένο γύρισμα στα δικαστήρια στην Αθήνα, η Βουγιουκλάκη είχε αργοπορήσει. Το συνεργείο είχε στήσει τις κάμερες και την περίμενε με τις ώρες. Ο Παλιεράκης έγινε έξαλλος και επικοινώνησε με τον Φιλοποίμενα Φίνο για να τον ενημερώσει για την απουσία της πρωταγωνίστριας και τα καμώματα της.
Λίγη ώρα αργότερα, η ηθοποιός έφτασε με το αυτοκίνητο της στον τόπο του γυρίσματος φανερά εκνευρισμένη, επειδή ο φροντιστής την είχε «καρφώσει» στο Φίνο.
Στο χέρι της κρατούσε ένα τσιγάρο, παρά το γεγονός ότι δεν κάπνιζε.
Κατέβηκε από το αμάξι, πλησίασε τον Παλιεράκη και του το έσβησε στο πρόσωπο.
«Πήγα αμέσως και υπέβαλα μήνυση εναντίον της. Ο κύριος Φίνος δεν ήθελε να το τραβήξω το θέμα, γιατί της είχε δώσει προκαταβολές για 5 ταινίες που επρόκειτο να γυρίσει», αποκάλυψε ο φροντιστής σε συνέντευξή του.
Η ιστορία είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις. Ένα βράδυ που ο Παλιεράκης βρέθηκε σε μια ταβέρνα με φίλους, άκουσε κάτι γνωστούς να του φωνάζουν: «Καλώς το σταχτοδοχείο της Βουγιουκλάκη».
Η ρετσινιά αυτή τον προβλημάτισε. Ωστόσο, αποφάσισε να μην προχωρήσει τελικά το θέμα δικαστικά, ύστερα από την επιμονή του Φίνου.
Η δικαστική διαμάχη
Για να αποσύρει τη μήνυση ο Παλιεράκης, ζήτησε μέσω του δικηγόρου του το ποσό των 150 χιλιάδων δραχμών.
«Πήγε ο δικηγόρος ένα βράδυ στο θέατρο «Αλίκη» για να τους συναντήσει από κοντά και για να πάρει τα χρήματα. Τον είχαν «ψήσει» ότι θα του δώσουν 150 χιλιάδες για μένα και 50 για εκείνον. Μόλις ήταν έτοιμος να πάρει τις επιταγές, παρουσιάστηκαν δύο αστυνομικοί και τον συνέλαβαν με το αιτιολογικό του εκβιασμού. Είχαν σκηνοθετήσει έτσι τη δουλειά για να βγούνε κι από πάνω. Ποιος εκβιασμός όμως; Αυτοί θέλαν από μόνοι τους να δώσουν τα χρήματα».
Η Βουγιουκλάκη έκανε μήνυση στον Παλιεράκη για εκβιασμό, η οποία αρχικά απορρίφθηκε από τον εισαγγελέα. Τελικά, δόθηκε εντολή να εκδικαστεί μαζί με τη μήνυση του φροντιστή.
Η ηθοποιός καταδικάστηκε σε πέντε μήνες εφέσιμη ποινή, ενώ η δική της μήνυση θεωρήθηκε αβάσιμη, διότι δεν υπήρξε θέμα εκβιασμού.
Το εφετείο
Στη συνέχεια, οι αντίδικοι οδηγήθηκαν στο εφετείο. Στην αίθουσα επικρατούσε πανικός.
«Μια Αλίκη Βουγιουκλάκη που αυτή τη στιγμή δικάζεται, θα έπρεπε να την έχουμε γραμματόσημο», αγόρευε ο δικηγόρος της, ενώ το ακροατήριο φώναζε «για ποιο λόγο; Για να τη φτύνουμε;»
Για να λήξει η ιστορία, ο Παλιεράκης υποχώρησε. Ζήτησε να πληρωθούν μόνο τα έξοδα του δικηγόρου του, που ανέρχονταν σε 50 χιλιάδες δραχμές, ποσό που τελικά αποπλήρωσε ο Φίνος.
Η λήξη της παρεξήγησης
Μετά την «υπόθεση του τσιγάρου» πέρασαν αρκετά χρόνια που Παλιεράκης και Βουγιουκλάκη δεν ξανασυναντήθηκαν.
Κάποια στιγμή, ειδώθηκαν στο νυχτερινό κέντρο «Ζυγός». Μόλις τον αντίκρισε, πήρε ένα τσιγάρο και κατευθύνθηκε προς το μέρος του.
«Μην έρθεις, γιατί αυτή τη φορά θα στο σβήσω εγώ στο πρόσωπο το δικό σου», της είπε, ενώ εκείνη του απάντησε «άντε βρε σαχλαμάρα».
Αγκαλιάστηκαν και η παρεξήγηση έληξε οριστικά.
Αντλήθηκε υλικό από το βιβλίο «Η Αλίκη και οι άλλοι» του Αλκίνοου Μπουνιά, εκδόσεις «ΕΥΡΩΠΡΕΣ»