Στις 29 Ιανουαρίου 1973, το «Ιλιούσιν 18» των Ηνωμένων Αιγυπτιακών Αερογραμμών γύρω στις 18:45, έκανε τον τελευταίο γύρο πάνω από το αεροδρόμιο της Λευκωσίας έτοιμο να προσγειωθεί στην Κύπρο.
Οι επιβαίνοντες της πτήσης «ΜΣ 741» εκείνη την ημέρα, από το Κάιρο με προορισμό τη Λευκωσία, δεν θα έβλεπαν ποτέ το νησί της Αφροδίτης. Το αεροπλάνο, επιχειρώντας την τελευταία στροφή, χτύπησε καθέτως σε μία κορυφογραμμή και εξερράγη. Από τους 30 επιβάτες και το επταμελές πλήρωμα, δεν επέζησε κανείς.
«Φρικιαστικό το θέαμα»
Ευθύς αμέσως τη συντριβή, έσπευσαν στο σημείο στρατιώτες, πυροσβέστες και αστυνομικοί. Το θέαμα που αντίκρισαν ήταν απεχθές και η δυσοσμία από τα συντρίμμια και τα νεκρά σώματα που καίγονταν αποκρουστική.
«Τα πτώματα καίγονταν μαζί με τα δέντρα. Είναι ένα τρομερό θέαμα. Στο σημείο που συνετρίβη το αεροπλάνο βρέθηκε μία καρέκλα σφηνωμένη κάτω από ένα βράχο. Μία γυναίκα δίπλα από την άτρακτο κρεμόταν από ένα δέντρο. Πιο κάτω ένας άλλος νεκρός κειτόταν με ένα βιβλίο, τελείως άθικτο στο πλευρό του. Και σε απόσταση 200 μέτρων μέσα στο γκρεμό βρίσκονταν τα πτώματα των υπολοίπων επιβατών και του πληρώματος μισοκαμμένα και παραμορφωμένα», δήλωσε ένας από τους πυροσβέστες που βρέθηκαν στο σημείο.
Μία λάμψη και μία εκκωφαντική έκρηξη
«Έτοιμος δια προσέγγισις. Τελικά προσέγγισις», ήταν τα τελευταία λόγια του Κυβερνήτη του Ιλιούσιν.
Η άδεια για προσγείωση του δόθηκε από τον Πύργο Ελέγχου. Ωστόσο, αντί προσγείωσης ακολούθησε μία περίοδος σιωπής κι έπειτα μία λάμψη και μία εκκωφαντική έκρηξη.
Αρχικά και δεδομένης της πορείας και του ύψους στο οποίο θα έπρεπε να ίπταται το αεροπλάνο, ο Πύργος Ελέγχου θεώρησε πως το αεροπλάνο εξερράγη στον αέρα. Δεν είχε γίνει έτσι όμως, αφού για άγνωστους λόγους ο Κυβερνήτης πετούσε σε πολύ χαμηλό υψόμετρο και έτσι προσέκρουσε σε μία από τις κορυφογραμμές.
Το μαύρο κουτί στάλθηκε προς εξέταση στη Μόσχα.