Πηγή: Πειραιόραμα
Οι ντελάληδες ήταν τύποι που βασίλευσαν στα χρόνια του μεσοπολέμου, σε όλη την δεκαετία του ’20 και του ’30 – το δικό τους βασίλειο βρισκόταν κυρίως στην Ακτή Τζελέπη.
Ο χρονικός αλλά και τοπικός αυτός προσδιορισμός δεν αποκλείει την παρουσία τους σε άλλες εποχές, όπως στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα ή την εμφάνισή τους οπουδήποτε αλλού κατά μήκος της πειραϊκής ακτής του μεγάλου εμπορικού λιμανιού.
Οι ντελάληδες ήταν άνθρωποι της πιάτσας οι οποίοι μισθώνονταν από τους πλοιοκτήτες, προκειμένου να πείσουν τους ταξιδιώτες να χρησιμοποιήσουν τα δικά τους πλοία και όχι εκείνα του ανταγωνιστή τους.
Γεννήθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα με την ύπαρξη των σταθερών γραμμών, δηλαδή πλοίων που είχαν αναλάβει να εκτελούν συγκεκριμένα δρομολόγια. Οι ντελάληδες πηγαινοέρχονταν στην ακτή Τζελέπη και προσπαθούσαν να πείσουν, όσους έβλεπαν να κρατάνε βαλίτσα, να ταξιδέψουν με το δικό τους πλοίο, χωρίς καν να ρωτήσουν τον προορισμό του ταξιδιώτη!
Τα πλοία που εκτελούσαν τότε τακτικές γραμμές, δεν τα αποκαλούσαν όπως σήμερα «ακτοπλοϊκά» αλλά «ταχυδρομικά» καθώς τα δρομολόγιά τους είχαν κανονιστεί με συμβάσεις από το κεντρικό Ταχυδρομείο με αποστολή να μεταφέρουν την αλληλογραφία.
Κάθε έτος στους «Καζαμίες» που πωλούνταν μανιωδώς, υπήρχε ειδική σελίδα με τα ταχυδρομικά δρομολόγια – για Νάξο κάθε Πέμπτη, για Σκύρο κάθε Δευτέρα, κ.ο.κ. – δίνοντας βάρος όχι στον κόσμο που ενδιαφερόταν για ταξίδια, αλλά στην παράδοση της αλληλογραφίας. Διότι εάν δεν γνώριζες το δρομολόγιο και ταχυδρομούσες μια επιστολή σε λάθος ημέρα, πιθανόν η επιστολή να έκανε πολύ να φτάσει στον προορισμό της, παρότι μπορεί η απόσταση να ήταν μόλις τέσσερις ώρες δρόμο!
Ήταν η εποχή που η ιστιοφορία συνυπήρχε με τον ατμό. Με ατμό κινούνταν τα λεγόμενα «τροχοφόρα», αυτά δηλαδή με τη μισοβυθισμένη ρόδα στα πλαϊνά του πλοίου.
Τα «μπαούλα» και τα «τραμπάκουλα»
Άλλοι τύποι πλοίων που ήταν παράξενοι, καθώς δεν διέθεταν ανοιχτά καταστρώματα αλλά έμοιαζαν με πολεμικά -που συνήθως έκαναν κοντινές διαδρομές- ήταν εκείνα που οι Πειραιώτες αποκαλούσαν «μπαούλα».
Αυτά τα «μπαούλα», επειδή με τον παραμικρό κυματισμό παρουσίαζαν απερίγραπτο κλυδωνισμό, έμειναν να αποκαλούνται «τραμπάκουλα». Με τον καιρό ο χαρακτηρισμός «τραμπάκουλο», δεν αποδιδόταν μόνο σε κλειστού τύπου πλοίο (μπαούλο) αλλά σε κάθε είδος πλεούμενο που δεν είχε ευστάθεια και κουνούσε τους επιβάτες μέχρι πτώσεως!
Ο όρος τραμπάκουλα με τα χρόνια έφυγε από τα πλοία και έμεινε ως όρος που χαρακτηρίζει κάθε ανεξέλεγκτο άτομο, του οποίου ο χαρακτήρας κλυδωνίζεται δεξιά κι αριστερά, άτομο που δεν εμμένει δηλαδή στις θέσεις του.
Τότε δεν υπήρχε ελεγκτική αρχή ή άλλους είδους αστυνόμευση για την ασφάλεια των δρομολογούμενων σκαφών.
Κι όσο και εάν ο ανταγωνισμός των τραμπάκουλων ήταν για γέλια, καθώς οι ταχύτητές τους ήταν απερίγραπτα μικρές και οι ανέσεις τους υποτυπώδεις, τόσο διέφερε στην ξηρά ο ανταγωνισμός των ντελάληδων που έδιναν πραγματικές μεταξύ τους μάχες.
Η πειθώ των ντελάληδων στηριζόταν στην υπερβολή και φυσικά στο ψέμα.«Ελάτε με το Υδράκι που κάνει τη θάλασσα λάδι», έλεγαν. Φυσικά αυτό δεν ίσχυε και παρότι οι επιβάτες γνώριζαν ότι δεν ίσχυε, πείθονταν από την μαεστρία του ντελάλη καθώς μετέτρεπε το απίστευτο σε πιστευτό!
Όταν ο ανταγωνισμός των ντελάληδων έφτασε να είναι αφόρητος, τότε οι μάχες της στεριάς μετατράπηκαν σε ναυμαχίες, καθώς οι πλοιοκτήτες ως ντελάληδες επιστράτευαν τους βαρκάρηδες τους οποίους αναγκαστικά οι επιβάτες χρησιμοποιούσαν για να ανέβουν στο πλοίο, μιας και το λιμάνι είχε αβαθή στο μεγαλύτερο μέρος του.
Κάθε πλοιοκτήτης είχε τους δικούς του βαρκάρηδες- ντελάληδες που διαφήμιζαν με τον ιδιαίτερο τρόπο τα ανύπαρκτα πλεονεκτήματα του πλοίου.
Και όταν όλα τα πλεονεκτήματα δεν ήταν αρκετά να ανεβάσουν επιβάτες στο πλοίο, τότε άρχιζαν να επιστρατεύονται κι άλλα ευφάνταστα όπως «ταξίδι και μια μακαρονάδα δώρο!».
Η κόντρα της «μακαρονάδας» με το «πιλάφι»
Τους καλύτερους ντελάληδες είχε επιστρατεύσει ο Αθανασούλης, πλοιοκτήτης του θρυλικού «Πύλαρου», ενός «ταχυδρομικού» πλοίου που ο Έλληνας πλοιοκτήτης αγόρασε φτηνά στη Ρουμανία πριν το 1910.
Επρόκειτο για το πρώην «Κάρμεν Σύλβα» που στην Ελλάδα έγινε γνωστό ως «Πύλαρος», του οποίου οι ντελάληδες βρίσκονταν σε μόνιμο ανταγωνισμό με τον «Άσσο» του Σκωτσέζου Πειραιώτη Τζων Μακ Ντούαλ.
Οι ντελάληδες του «Άσσου» φώναζαν για να εκνευρίσουν τους ντελάληδες του «Πύλαρου», την ίδια ακριβώς προσφορά, μόνο που τη θέση της μακαρονάδας καταλάμβανε το πιλάφι: «ταξίδι και ένα πιλάφι δώρο!»
Ο ανταγωνισμός των ντελάληδων των δύο αυτών πλοίων έφτασε κάποτε και πάνω στα πλοία και στα πληρώματά τους και άγγιξε πραγματικά τον παραλογισμό. Επειδή και τα δύο εκτελούσαν το ίδιο δρομολόγιο Πειραιά, Αμφιλοχία, Πρέβεζα, Επτάνησα ο ανταγωνισμός τους έφτασε στην κορύφωση όταν έξω από την Ιθάκη ο «Άσσος» εμβόλισε το «Πύλαρο» μόνο και μόνο για να το εμποδίσει να εισέλθει πρώτο στο λιμάνι!
Το «Πύλαρος» έμεινε ένα χρόνο εκτός για επισκευές, ενώ ο ανταγωνισμός των δύο πλοίων έφτασε να γίνει και ποίημα:
Κατακαημένη Πύλαρο, με τη διπλή σφυρίχτρα
Σου έκοψε τα πόδια σου, η Άσσος η μεθύστρα.
Οι ντελάληδες ήταν τόσοι πολλοί την περίοδο του μεσοπολέμου, ώστε οι αγριοφωνάρες τους κυριαρχούσαν πάνω από οτιδήποτε άλλο. Τα πλοία που εκτελούσαν τακτικά δρομολόγια από τον Πειραιά είχαν φτάσει τα 44 και κάθε πλοίο διέθετε τουλάχιστον δύο με τρεις ντελάληδες!
Ο ερχομός του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που έφερε την καταστροφή του πειραϊκού λιμένα και την καταβύθιση των περισσοτέρων πλοίων, περιόρισε και τους ντελάληδες οι οποίοι μεταπολεμικά εμφανίζονται μόνο μπροστά από τις κλίμακες ανόδου των πλοίων να φωνάζουν για τα δρομολόγια.
Οι τελευταίοι ντελάληδες ήταν μπροστά από το παλαιό Δημαρχείο (ρολόι) από όπου αναχωρούσαν τα σκάφη του «Κουλουριώτικου Στόλου».
Oι ντελάληδες στα πλοία ήταν ο προπομπός σε πολλούς άλλους τομείς, όπως οι μεταγενέστεροι «κράχτες» μαγαζιών που στέκονται σήμερα μπροστά από καταστήματα εστίασης για να σταματούν τα αυτοκίνητα και προσπαθούν να «αρπάξουν» τους επιβάτες για λογαριασμό του μαγαζιού για το οποίο δουλεύουν.