Το 1967, ο γνωστός μουσικοσυνθέτης Σταύρος Κουγιουμτζής έγραψε ένα από τα καλύτερα τραγούδια του που έμεινε στην ιστορία του ελληνικού πενταγράμμου. Το «Όλα καλά κι όλα ωραία», τραγουδιέται σήμερα σχεδόν από όλον τον κόσμο κι αποτελεί μία τεράστια επιτυχία.
Στην πρώτη ακρόασή του ωστόσο, οι στίχοι παραπέμπουν σε μία ερωτική ιστορία, κάποιου άντρα που αντιλαμβάνεται πως η αγαπημένη του «κάνει παρέα και με άλλους» εκτός από τον ίδιο.
Με τον χαρούμενο σκοπό του, λίγοι είναι αυτοί που παρατηρούν τον στίχο «και μια σημαία σ’ ένα μπαλκόνι, αλλάζει χρώματα και με σκοτώνει» ή έστω θα αναρωτηθούν σε ποιο πράγμα αναφέρεται.
Ο συγγραφέας Ανδρέας Καπανδρέου, εκμυστηρεύεται την προσωπική του στιχομυθία με τον συνθέτη μία νύχτα του ’90 κατά τη διάρκεια των συναυλιών του στο νησί.
Σε μια νυχτερινή διαδρομή Λάρνακα – Λευκωσία, όπου συνταξιδεύαμε (εγώ οδηγός και αυτός συνοδηγός) μου εκμυστηρεύτηκε ότι τους στίχους του τραγουδιού «Όλα καλά» τους εμπνεύστηκε και τους έγραψε κατά την παραμονή του στην Κερύνεια, την δεκαετία του ’60. Συγκεκριμένα οι στίχοι «και μια σημαία σ’ ένα μπαλκόνι, αλλάζει χρώματα και με σκοτώνει», όπως ο ίδιος ο Κουγιουμτζής μου δήλωσε, είναι εμπνευσμένοι από τις σημαίες στα μπαλκόνια τις Λευκωσίας οι οποίες κατά τη διάρκεια των δικοινοτικών ταραχών (1963-1964) άλλαζαν συχνά χρώματα (πότε ελληνικές και πότε τουρκικές), κάτι που τον πλήγωνε.
Το τραγούδι, έγινε γνωστό από την πρώτη ερμηνεία του Γιώργου Νταλάρα το 1975. Έκτοτε αποτελεί ένα από τα πιο τραγουδισμένα κομμάτια του ελληνικού κοινού.
Ο Σταύρος Κουγιουμτζής γεννήθηκε σε έναν προσφυγικό καταυλισμό στο Επταπύργιο της Θεσσαλονίκης το 1932 από Μικρασιάτες γονείς.
Με τη μουσική πρωτοασχολήθηκε στα 15 του χρόνια, όπου και ξεκίνησε να φοιτεί στη Σχολή Πιάνου του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης.
Στα 20 του πιάνει δουλειά ως πιανίστας σε διάφορα νυχτερινά κέντρα της Θεσσαλονίκης και το 1960 γράφει το πρώτο του τραγούδι «Περιστεράκι» με το οποίο συμμετείχε στο Φεστιβάλ του ΕΙΡ.
Εκείνη τη δεκαετία μπήκε πολύ δυναμικά στον μουσικό χώρο κι έκανε αισθητή την παρουσία του με κάποια από τα καλύτερα, έως σήμερα, τραγούδια του ελληνικού πενταγράμμου.
Το 1966 κάνει τα πρώτα του βήματα στον χώρο του θεάτρου ως συνθέτης κι ένα χρόνο αργότερα, μετακομίζει στην Αθήνα. Αυτή ήταν και η αρχή μίας σπουδαίας συνεργασίας με τους Γιώργο Νταλάρα, Χάρις Αλεξίου, Γιάννη Καλατζή, Βίκυ Μοσχολιού, Γιάννη Πάριο, Άννα Βίσση και Ελευθερία Αρβανιτάκη.
Από το 1987 έως το 1998 παρά την μεγάλη του επιτυχία, εξαφανίστηκε ηθελημένα και γύρισε πίσω στη γενέτειρά του Θεσσαλονίκη.
Μετά από έντεκα χρόνια αποχής, τον έπεισε ο Γιώργος Νταλάρας να επανέλθει και κάνει την επανεμφάνισή του με το δίσκο «Ύμνοι αγγέλων σε ρυθμούς ανθρώπων», με κομμάτια βασισμένα στη βυζαντινή παράδοση.
Η τελευταία δισκογραφική του δουλειά το 2001 με την ονομασία «Έβρεχε ο κόσμος» με τη συμμετοχή της κόρης του Μαρίας Κουγιουμτζή.
Πληροφορίες: Ανδρέας Καπανδρέου
Διαβάστε επίσης στη ΜτΧ: Η κόντρα του Νταλάρα με τον Άλκη Αλκαίο που καθυστέρησε ένα χρόνο τον δίσκο «Έντελβάις» του Μάριου Τόκα. Ποια ήταν η διαφωνία τους και γιατί τη λύση «έδωσε» ο Μητροπάνος