Το επάγγελμα του «ποντικοκυνηγού» πρωτοεμφανίστηκε στην Ευρώπη το 1900, όταν ο περιορισμός του πληθυσμού αρουραίων και ποντικών θεωρήθηκε απαραίτητος.
Αυτή η τεχνική ελέγχου της πληθυσμιακής έκρηξης των τρωκτικών απέτρεπε όχι μόνο τη μετάδοση ασθενειών στους ανθρώπους, όπως ήταν η πανούκλα, αλλά και τις ζημιές στα τρόφιμα.
Όποιος «κυνηγός» κατάφερνε να πιάσει κάποιο τρωκτικό, πληρωνόταν αδρά. Μαρτυρίες αναφέρουν ότι υπήρχαν άνθρωποι που έκαναν εκτροφή αρουραίων, ώστε να μην ταλαιπωρούνται να τους καταδιώκουν. Με αυτόν τον τρόπο, η πληρωμή τους θα έφτανε στα ύψη, χωρίς ιδιαίτερο κόπο. Πολλοί, μάλιστα, υποστηρίζουν ότι αυτό το γεγονός οδήγησε στην μόδα που επικράτησε αργότερα, ποντίκια και χοιρίδια να χρησιμοποιούνται ως κατοικίδια.
Η δουλειά του «ποντικοκυνηγού» δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Όποιος επέλεγε να ασκήσει το συγκεκριμένο επάγγελμα, υπέφερε από δαγκωματιές και μολύνσεις. Έπρεπε να αιχμαλωτίζει τους αρουραίους είτε με τα χέρια, με τη βοήθεια εκπαιδευμένων σκυλιών, ράτσας τεριέ, είτε χρησιμοποιώντας διαφόρων ειδών παγίδες.
Οι αρουραίοι συνήθως κρύβονταν σε τρύπες, υπονόμους και θημωνιές. Η πληρωμή χαρακτηριζόταν από αυξομειώσεις, ενώ ρόλο έπαιζε το σημείο στο οποίο εντοπιζόταν το τρωκτικό.
Όταν οι «ποντικοκυνηγοί» κατάφερναν να το αιχμαλωτίσουν ζωντανό, το αντίτιμο ήταν πάρα πολύ υψηλό.