Ο Ζακ-Ντομινίκ Μπομπί ήταν αρχισυντάκτης του γνωστού γαλλικού περιοδικού Elle.
Το 1995, σε ηλικία 43 ετών, ενώ οδηγούσε, συγκρούστηκε με επερχόμενο όχημα και υπέστη εγκεφαλικό σοκ. Μαζί του ήταν και ο 9χρονος γιος του.
Ο Μπομπί έπεσε σε κόμμα για τρεις εβδομάδες και όταν ξύπνησε συνειδητοποίησε πως δεν μπορούσε να κινηθεί. Είχε παραλύσει ολόκληρος εκτός από την περιοχή γύρω από τα μάτια του. Τα παιδιά του δεν τον αναγνώριζαν και δεν ήξεραν πως να τον προσεγγίσουν.
Έπασχε από locked-in syndrome (LIS), κατά το οποίο ο ασθενής διατηρεί την συνείδησή του αλλά όλοι του οι μύες έχουν παραλύσει. Εκτός από τους μύες των ματιών.
Δυστυχώς, δεν υπήρχε καμία προοπτική για βελτίωση. Θα παρέμενε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του εγκλωβισμένος στο σώμα του αλλά με την ικανότητα να σκέφτεται κανονικά.
Αργότερα χρειάστηκε να του ράψουν το αριστερό μάτι που στέγνωνε και ξεραινόταν λόγω χαμηλής έγκρισης υγρών.
Για τα επόμενα δύο χρόνια ο Μπομπί παρέμεινε στο παραθαλάσσιο νοσοκομείο του Μπερκ στην Γαλλία.
Η καθημερινότητά του ακολουθούσε την ίδια ρουτίνα. Κάθε Σαββατοκύριακο τον επισκέπτονταν τα παιδιά και η γυναίκα του και κάθε Τρίτη η μητέρα του. Συχνά ερχόντουσαν φίλοι και του διάβαζαν μυθιστορήματα ή του έλεγαν ιστορίες.
«Έμενα σαν ερημίτης κάβουρας στον βράχο του», έλεγε ο Μπομπί.
Περνούσε ατελείωτες ώρες την ημέρα στην παραλία και στο μπαλκόνι του νοσοκομείου αγναντεύοντας την θάλασσα.
Ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούσε να επικοινωνήσει ήταν ανοιγοκλείνοντας το αριστερό του μάτι. Μία φορά για «ναι» και δύο φορές για «όχι».
Με το μυαλό του να ταξιδεύει και να σκέφτεται, ο Μπομπί ήθελε να εκφράσει τους πόνους του, την θλίψη του, τα συναισθήματά του και να ξαναμιλήσει.
Με την βοήθεια της νοσοκόμας του, Κλοντ Μεντιμπίλ, ο Μπομπί άρχισε να γράφει την αυτοβιογραφία του χρησιμοποιώντας μόνο το αριστερό του μάτι.
Για να το πετύχει αυτό, η νοσοκόμα κρατούσε μπροστά του πίνακα με την γαλλική αλφάβητο. Η κατάταξη των γραμμάτων είχε γίνει ανάλογα με το πόσο συχνά χρησιμοποιούνται στη γαλλική γλώσσα, δηλαδή ως εξής: Ε, Σ, Α, Ρ, Ι, Ν, Τ, Ο κ.λπ.
Η νοσοκόμα διάβαζε ή έδειχνε τα γράμματα στον Μπομπί κι εκείνος ανοιγόκλεινε το μάτι του ως ένδειξη επιλογής. Μία φορά για «ναι», δύο φορές για «όχι».
Τα βράδια συνέτασσε τις προτάσεις του και οργάνωνε τις σκέψεις του, έτσι ώστε όταν ερχόταν το πρωί η νοσοκόμα να είναι έτοιμος.
Μία λέξη του έπαιρνε περίπου δύο λεπτά. Μερικές φορές γίνονταν και λάθη.
«Μία φορά προσπάθησα να πω πως ήθελα να γυαλιά μου και με ρώτησε [η νοσοκόμα] τι το θέλω το φεγγάρι». Στα Γαλλικά τα γυαλιά είναι «lunettes» ενώ το φεγγάρι «lune».
Για να γράψει το βιβλίο ανοιγόκλεισε το μάτι του περίπου 200.000 φορές. Ο τίτλος του βιβλίου ήταν «Το Σκάφανδρο και η Πεταλούδα». Αναφερόταν στην ακινησία του σώματός του που έμοιαζε σαν να βρισκόταν μέσα σε σκάφανδρο και το ελεύθερο μυαλό του που θύμιζε πεταλούδα.
Στο βιβλίο περιγράφει λεπτομερώς τις στιγμές που έζησε στο νοσοκομείο αλλά και διάφορες σκέψεις, όπως όταν μετάνιωσε που είχε προλάβει να διαβάσει βιβλία που ήθελε και έπρεπε πια να του διαβάζουν οι άλλοι. Γράφει επίσης για την ζωή του πριν το δυστύχημα και την επιτυχία του ως δημοσιογράφος. Το βιβλίο, που ξεπερνά τις 100 σελίδες, εκδόθηκε τον Μάρτιο του 1997. Δύο ημέρες αργότερα ο Μπομπί πέθανε από πνευμονία.
Μεταφέρθηκε στην μεγάλη οθόνη το 2007 από τον σκηνοθέτη Τζούλιαν Σνάμπελ με τίτλο «Το Σκάφανδρο και η Πεταλούδα». Απέσπασε 2 Χρυσές Σφαίρες και προτάθηκε για 4 Όσκαρ.