Η «Λίστα του Σίντλερ» είναι η σπουδαιότερη δραματική ταινία που περιγράφει με ακρίβεια τις δραματικές στιγμές που βίωσαν εκατομμύρια Εβραίοι στο Άουσβιτς. Τόσο τα μηνύματα της ταινίας όσο και τα έντονα συναισθήματα που δημιούργησε στο κοινό, έχουν συνδεθεί με τον σκηνοθέτη Στίβεν Σπίλμπεργκ, ο οποίος έχει παραδεχτεί, ότι η απόφαση για τη δημιουργία αυτής της ταινίας ήταν η δυσκολότερη στιγμή στην καριέρα του. Μάλιστα, προσπάθησε να δώσει τη σκηνοθεσία στον Πολάνσκι, μετά στον Σκορσέζε και τέλος στον Πόλακ. Όλοι αρνήθηκαν και έτσι ανέλαβε αυτός.
«Δεν άντεχα, δεν μπορούσα. Υπήρχαν στιγμές που έκλαιγα ασταμάτητα γιατί θυμόμουν τις αφηγήσεις των παππούδων μου που υπέφεραν στο Άουσβιτς», παραδέχτηκε σε συνέντευξη του ο Σπίλμπεργκ και συνέχισε: «Σκέφτηκα σοβαρά, μετά την ολοκλήρωση της ταινίας να σταματήσω τη σκηνοθετική νου καριέρα. Το βάρος ήταν δυσβάσταχτο και ήμουν δυστυχισμένος».
«Χρειάστηκε μια δεκαετία για να βρει το κουράγιο να τη σκηνοθετήσει»
Ο Σπίλμπεργκ έμαθε την ιστορία του Όσκαρ Σίντλερ μια δεκαετία πριν γίνει η μεταφορά της στις κινηματογραφικές αίθουσες. Το 1982 ο Σιντ Σάινμπεργκ, αντιπρόεδρος του τηλεοπτικού κλάδου της Universal, έστειλε στον Σπίλμπεργκ το βιβλίο «Schindler’s Ark» του Τόμας Κένελι.
Εντυπωσιασμένος από την ιστορία του δίκαιου Όσκαρ Σίντλερ, αλλά και από τον παράδοξο χαρακτήρα του, ο σκηνοθέτης έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και ζήτησε τα δικαιώματα του έργου.
Εκείνη την περίοδο ο Σπίλμπεργκ, δεν ένιωθε έτοιμος να αναλάβει την σκηνοθεσία της ταινίας. Έτσι, δήλωσε εξ’ αρχής ότι θα ξεκινούσε τα γυρίσματα της ταινίας μέσα στην επόμενη δεκαετία, που θα ήταν πιο ώριμος σκηνοθετικά. Στην πραγματικότητα, όπως έχει παραδεχτεί και ο ίδιος σε συνέντευξη του, δεν μπορούσε να διαχειριστεί το ηθικό βάρος της ιστορίας.
Στράφηκε στον Ρομάν Πολάνσκι, στον οποίο πρότεινε να αναλάβει τη δημιουργία της ταινίας. Εκείνος όμως λόγω άσχημων προσωπικών βιωμάτων από το Άουσβιτς και το γκέτο της Κρακοβίας αρνήθηκε κατηγορηματικά.
Ο Σπίλμπεργκ όμως δεν σταμάτησε εκεί. Απευθύνθηκε στη συνέχεια στον Μάρτιν Σκορσέζε και τον Σίντνεϊ Πόλακ, οι οποίοι απέρριψαν επίσης την πρόταση του.
Τελικά, μετά την πτώση του τείχους πήρε τη μεγάλη απόφαση να ξεκινήσει την ταινία. Ο Σάινμπεργκ, ως αντιπρόεδρος της Universal, δέχτηκε με χαρά την απόφαση του σκηνοθέτη, αλλά με έναν όρο. Θα έπρεπε πρώτα να ολοκληρώσει το «Jurassic Park», που γύριζε εκείνη την περίοδο.
Ο Σπίλμπεργκ, που τον θεωρούσε μέντορα του, έδωσε τη δική του εξήγηση σε αυτό τον όρο. «Με ήξερε τόσο καλά. Ήταν βέβαιος ότι αν έκανα πρώτα τη Λίστα του Σίντλερ, δεν θα ήμουν ποτέ σε θέση να γυρίσω το Jurassic Park».
Η ταινία ξεκίνησε με χαμηλό προϋπολογισμό και οι περισσότεροι πίστευαν ότι δεν θα είχε μεγάλη επιτυχία, επειδή το θέμα της ήταν πολύ «βαρύ».
Δεν πήρε ποτέ ούτε ένα δολάριο ως αμοιβή, γιατί τα θεωρούσε «ματωμένα χρήματα». Προτίμησε να παραχωρήσει την αμοιβή του στο ίδρυμα «Shoah» για τα θύματα του Ολοκαυτώματος.
Από τις πρώτες ημέρες των γυρισμάτων ο Σπίλμπεργκ, μαζί με το υπόλοιπο καστ ήρθαν αντιμέτωποι με έντονη συναισθηματική φόρτιση. Υπήρχαν κάποιες στιγμές που τον συγκινούσαν ιδιαίτερα γιατί του θύμιζαν τα προσωπικά του βιώματα, όταν ως παιδί ήρθε αντιμέτωπος με τον αντισημιτισμό και την αδικία.
Όταν έφτασαν στο Άουσβιτς, είχε ήδη λάβει άδεια για να πραγματοποιήσει γυρίσματα και στους εσωτερικούς χώρους. Όμως εκείνος, από σεβασμό στη μνήμη των θυμάτων, δεν το έπραξε. Μεγάλο μέρος των γυρισμάτων πραγματοποιήθηκε στους εξωτερικούς χώρους του στρατοπέδου του θανάτου.
«Ήταν ένα δυνατό χαστούκι στο πρόσωπο μου, αυτή η ταινία. Με έφερε αντιμέτωπο με τα προσωπικά μου βιώματα. Τις αναμνήσεις, τον εβραϊκό εαυτό μου. Έκλαιγα συνεχώς», δήλωσε ο σκηνοθέτης.
Παρόλο που ήταν ο σκηνοθέτης της ταινίας, του ήταν αδύνατο να δει τη σκηνή όπου οι Εβραίοι γυμνοί επιλέγονταν από τους Ναζί για να σταλούν στο Άουσβιτς. Μάλιστα δεν μπορεί να ξεχάσει τη φόρτιση μιας ηθοποιού, σε μια δύσκολη σκηνή επειδή γεννήθηκε η ίδια σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Ο Σπίλμπεργκ μαζί με τη γυναίκα του έμεναν στην Κρακοβία. Μετά το τέλος των γυρισμάτων ο σκηνοθέτης, την ευχαρίστησε δημόσια: «για τον τρόπο με τον οποίο τον έσωζε τις ενενήντα δυο ημέρες που κράτησε αυτή η ιστορία»
Όταν προβλήθηκε η ταινία στη μεγάλη οθόνη, έγινε αμέσως επιτυχία αποφέροντας 321 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως την πρώτη χρονιά. Θριάμβευσε και στα Όσκαρ, αφού ήταν υποψήφια σε 7 κατηγορίες. Όταν ο Σπίλμπεργκ παρέλαβε το Όσκαρ της καλύτερης ταινίας δήλωσε: «Είναι ένα ποτήρι νερό, μετά τη μεγαλύτερη δίψα της ζωής μου».