Ο πατέρας του Βασιλιά Όθωνα αγαπούσε την καλή ζωή και αφού ήταν Βασιλιάς της Βαυαρίας, η καλοπέραση δεν του έλειψε. Ονομαζόταν Λουδοβίκος και έμεινε γνωστός ως θαυμαστής της τέχνης, των γραμμάτων και πάνω απ’ όλα, υπήρξε θαυμαστής των γυναικών.
Στις 12 Οκτωβρίου του 1810 παντρεύτηκε την Θηρεσία της Σαξωνίας-Χιλντμποργκάουσεν και οι γάμοι τους αποτέλεσαν την πρώτη γιορτή μπύρας, γνωστή ως Οκτόμπερφεστ.
Απέκτησαν εννέα παιδιά και υπήρχε μεγάλη τρυφερότητα μεταξύ τους, αλλά ο βασιλιάς δεν σταμάτησε να κυνηγά τις ωραιότερες γυναίκες της Ευρώπης. Μάλιστα, η ματαιοδοξία του ήταν τέτοια, ώστε γέμισε μία αίθουσα του παλατιού με πορτραίτα των ερωμένων του και την ονόμασε «Πινακοθήκη της Ομορφιάς».
Μία από αυτές τις γυναίκες ήταν η Τζέιν Ντίγκμπι, που έγινε και ερωμένη του γιου του, όσο ο Όθωνας βασίλευε στην Ελλάδα.
Όμως, ο έρωτας της ζωής του ήταν άλλος.
Η γυναίκα που τον οδήγησε στην καταστροφή ονομαζόταν Λόλα Μόντεζ.
Λόλα Μόντεζ
Η Λόλα Μόντεζ γεννήθηκε στην Ιρλανδία στις 17 Φεβρουαρίου του 1821 και το πραγματικό της όνομα ήταν Ελίζα Γκίλμπερτ.
Ο πατέρας της ήταν στρατιωτικός και λίγο καιρό μετά τη γέννηση της κόρης τους, η οικογένεια ταξίδεψε στην Ινδία.
Δυστυχώς, ο πατέρας της αρρώστησε και πέθανε λίγες εβδομάδες μετά την άφιξή τους, αφήνοντας την γυναίκα του χήρα.
Ήταν μόλις 18 ετών και εξαιρετικά γοητευτική.
Έτσι, δεν δυσκολεύτηκε να βρει δεύτερο γαμπρό και παντρεύτηκε για δεύτερη φορά μετά από ένα χρόνο.
Μετά από κάποια χρόνια, ο πατριός της Λόλας έκρινε ότι το μικρό κορίτσι είχε επηρεαστεί από την εξωτική κουλτούρα της Ινδίας και ξεχνούσε τα αυστηρά ήθη της Ευρώπης.
Έτσι, την έστειλε σε συγγενείς του στη Σκωτία που θα της έδειχναν πώς να γίνει μία σοβαρή κοπέλα της βρετανικής κοινωνίας.
Φυσικά δεν τα κατάφεραν.
Η Λόλα αντιδρούσε και έφτασε στο σημείο να τρέξει γυμνή στο δρόμο.
Το 1837, όταν η έφηβη Λόλα είχε γίνει πια μία όμορφη, ονειροπόλα και φιλόδοξη 16χρονη, η μητέρα της επέστρεψε στην Αγγλία και ανακοίνωσε στην κόρη της ότι σχεδίαζε να την παντρέψει με έναν πλούσιο αλλά ηλικιωμένο άντρα.
Η απάντηση της Λόλα ήταν αποστομωτική. Είπε όχι και το έσκασε.
Κλέφτηκε με έναν θαυμαστή της μητέρας της, που την είχε ακολουθήσει από την Ινδία μέχρι την Αγγλία. Ήταν ένας υπαξιωματικός του στρατού.
Η Λόλα φανταζόταν παθιασμένες νύχτες και ρομαντικές ημέρες, αλλά η πραγματικότητα αποδείχτηκε πολύ πιο πεζή.
Ο Λοχίας Τόμας Τζέιμς έπινε, την παρενοχλούσε και αδιαφορούσε για τις επιθυμίες της.
Τον ακολούθησε στην Ινδία, αλλά εκεί τον εγκατέλειψε και πήρε τον δρόμο της επιστροφής.
Στο πλοίο γνώρισε τον γοητευτικό εγγονό του Δούκα του Ρίτσμοντ και δοκίμασε για πρώτη φόρα το πάθος που ονειρευόταν.
Όμως, σύντομα απογοητεύτηκε.
Μετά από λίγες εβδομάδες, την άφησε για μία άλλη γυναίκα.
Η Λόλα δεν το έβαλε κάτω.
Ταξίδεψε στην Ισπανία, έμαθε να χορεύει φλαμένγκο και επέστρεψε στην Αγγλία με καινούρια ταυτότητα.
Το όνομά της ήταν Μαρία Ντολόρες ντε Πορίζ ι Μοντέζ, υποστήριζε ότι ήταν κόρη Ισπανών αριστοκρατών και ο εξωτικός χορός της «επιβεβαίωνε» την καταγωγή της και μάγευε το κοινό.
Εμφανίστηκε σε νυχτερινά κέντρα του Λονδίνου, αλλά δυστυχώς την αναγνώρισαν οι φίλοι του πρώην εραστή της και η Λόλα αποφάσισε να φύγει για την Ευρώπη.
Χόρεψε στη Δρέσδη, το Βερολίνο, τη Βαρσοβία.
Η Λόλα δεν ήταν ιδιαίτερα καλή χορεύτρια, αλλά τολμούσε να εμφανίσει τα γυμνά της μέλη και κυρίως το πλούσιο στήθος της.
Εκτός αυτού, ήταν εντυπωσιακά όμορφη, με κατάμαυρα μαλλιά και σκούρα, εξωτική επιδερμίδα.
Όμως, ξεχώρισε λόγω της συμπεριφοράς της.
Ήταν μια «αφέντρα», μια ντίβα που έδινε εντολές και αν οι άντρες δεν τις εκτελούσαν, τους χτυπούσε με το μαστίγιο για το άλογό της.
Ορισμένοι άντρες τη μισούσαν και άλλοι τη λάτρευαν σαν Θεά.
Λουδοβίκος Α’ της Βαυαρίας
Ένας από αυτούς ήταν και ο Λουδοβίκος, βασιλιάς της Βαυαρίας και πατέρας του Όθωνα.
Το 1846 την είδε να χορεύει στο Μόναχο και την ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά.
Η Λόλα ήταν 25 χρονών και ο Λουδοβίκος 60, αλλά η διαφορά στην ηλικία δεν την ενόχλησε καθόλου.
Ο βασιλιάς είχε μαγευτεί και βρισκόταν υπό τον πλήρη έλεγχο της ερωμένης του.
Ξόδευε τεράστια ποσά για να της αγοράσει ρούχα, κοσμήματα, ακόμα και ένα σπίτι, ενώ αντίθετα αρνούνταν να κάνει δώρα στη γυναίκα του.
Η Λόλα εμφανιζόταν στην όπερα, όπου είχε δικό της μπαλκόνι, με διαμάντια και ρουμπίνια, ενώ η βασίλισσα φορούσε ξεπερασμένα ρούχα, που δεν ακολουθούσαν τη μόδα.
Τον έκανε σκλάβο της…
Στις επιστολές του ο Λουδοβίκος έδειχνε μια δουλοπρέπεια που δεν ταιριάζει σε ένα βασιλιά.
Ζητούσε άδεια για να της φιλήσει τα πόδια και φορούσε τα ρούχα της για να νιώσει τη ζεστασιά του κορμιού της.
Της έδινε ό,τι του ζητούσε, ακόμα και τίτλους ευγενείας.
Για να καταφέρει να της δώσει τον τίτλο της «Κόμισσας του Λάντσφιλντ», ήρθε σε ρήξη με τους συμβούλους του.
Οι Ευρωπαίοι βασιλιάδες του 19ου αιώνα δεν ασκούσαν την ίδια εξουσία, όπως παλαιότερα.
Οι αποφάσεις τους πλέον έπρεπε να εγκριθούν από πλήθος συμβούλων και πολιτικών, οι οποίοι δεν συμπαθούσαν καθόλου τη φιλόδοξη ερωμένη του βασιλιά.
Η Λόλα προκάλεσε το μίσος και του απλού λαού με την αγενή συμπεριφορά της, τις δημόσιες προσβολές προς τη βασίλισσα και την απληστία της.
Όταν περπατούσε στο δρόμο, πολλοί την έβριζαν ή την έφτυναν και η Λόλα αντιδρούσε με αγριότητα.
Συγκέντρωσε γύρω της μια ομάδα όμορφων νεαρών αντρών, που φοιτούσαν στο πανεπιστήμιο και τους ανέθεσε να την προστατεύουν από τέτοιες επιθέσεις.
Οι νεαροί άντρες, που κάποιοι ήταν και εραστές της, φορούσαν κόκκινα καπέλα, για να ξεχωρίζουν απ’ τους υπόλοιπους.
Όμως γρήγορα άρχισαν να συγκρούονται με συμφοιτητές τους, οι οποίοι αρνούνταν να βρίσκονται στον ίδιο χώρο με τους θαυμαστές της Λόλα.
Οι συγκρούσεις εντείνονταν και ο Λουδοβίκος αποφάσισε να κλείσει το πανεπιστήμιο για ένα εξάμηνο, μέχρι να ηρεμήσουν τα πνεύματα.
Η απόφαση δεν ευχαρίστησε τους φοιτητές, που εξεγέρθηκαν εναντίον του βασιλιά και της ερωμένης του.
Όταν εμφανίστηκε η Λόλα, την κυνήγησαν μέχρι που κρύφτηκε σε ένα κοντινό μαγαζί.
Περισσότεροι από 2 χιλιάδες φοιτητές απαίτησαν να ανοίξει το πανεπιστήμιο, αλλά ο βασιλιάς αρνήθηκε.
Οι ταραχές πολλαπλασιάστηκαν και όλοι οι σύμβουλοι του βασιλιά παραιτήθηκαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας.
Ο όχλος συγκεντρώθηκε έξω από το σπίτι της Μόντεζ και την ανάγκασαν να φύγει από τη χώρα μες στη νύχτα.
Ο πανικός ήταν τέτοιος που δεν πρόλαβε να πάρει μαζί της κανένα απ’ τα κοσμήματα που της είχε δωρίσει ο βασιλιάς.
Λίγες μέρες αργότερα, μεταμφιέστηκε σε άντρα και επέστρεψε κρυφά στο Μόναχο για να ζητήσει χρήματα απ’ τον Λουδοβίκο.
Ο βασιλιάς ήταν ακόμα ερωτευμένος και πραγματοποίησε κάθε επιθυμία της.
Μάλιστα, παραιτήθηκε απ’ το θρόνο στις 20 Μαρτίου του 1848 για να την ακολουθήσει.
Αλλά ο λαός έμαθε τι συνέβαινε και εξεγέρθηκε εκ νέου, φοβούμενος ότι ο βασιλιάς θα έφευγε με χρήματα του κράτους για να τα δώσει στην ερωμένη του.
Τα πλήθη ηρέμησαν μόνο όταν η Λόλα έφυγε οριστικά από το Μόναχο και τον βασιλιά διαδέχτηκε ο πρωτότοκος γιος του, Λουδοβίκος Β’.
Ο έρωτας του Λουδοβίκου δεν εξασθένησε ποτέ, ακόμα και όταν έμαθε ότι η αγαπημένη του Λόλα τον απατούσε με δεκάδες άντρες.
Έγραφε ποιήματα για εκείνη μέχρι και το θάνατό του τον Φεβρουάριο του 1868.
Το τέλος της Λόλα Μόντεζ
Η ζωή της Μόντεζ μπορεί να ήταν σύντομη, αλλά ήταν εξαιρετικά περιπετειώδης.
Αφού αναστάτωσε ένα σημαντικό βασίλειο της Ευρώπης, παντρεύτηκε έναν νεαρό στρατιώτη στη Γαλλία.
Δεν είχε πάρει ποτέ διαζύγιο από τον πρώτο της άντρα και όταν έγινε γνωστό, εκδιώχθηκε απ’ τη Γαλλία ως δίγαμη.
Ταξίδεψε στην Αμερική όπου ξαναπαντρεύτηκε, αλλά και αυτός ο γάμος είχε άσχημη κατάληξη.
Έκανε σόου στις Η.Π.Α. και την Αυστραλία, μέχρι που αποφάσισε να αλλάξει τελείως τρόπο ζωής.
Αφοσιώθηκε στις αγαθοεργίες και ταξίδεψε στις Η.Π.Α, δίνοντας ομιλίες για τον καλλωπισμό των γυναικών, τη σωστή συμπεριφορά και την απελευθέρωσή τους.
Πέθανε νέα, όταν αρρώστησε βαριά με πνευμονία στις 17 Ιανουαρίου του 1861. Ήταν μόλις 39 ετών.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: