Η ηθοποιός Μαίρη Λαλοπούλου είχε μια αξιόλογη καριέρα στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Είναι γνωστή στο κοινό από τις ταινίες στις οποίες συμμετείχε, με πιο χαρακτηριστικό ρόλο αυτόν την κυρίας Κασσανδρή συζύγου του εφοπλιστή Κασσανδρή στην ταινία Τζένη- Τζένη, όπου ενσάρκωσε τη μητέρα του Ανδρέα Μπάρκουλη.
Η ατάκα της που άφησε εποχή είναι: «τρεις γάμοι δεν είναι πολλοί σε μια σεζόν».
Απολαυστικός ήταν και ο διάλογος με την Καρέζη, η οποία έχει εκνευρίσει τον Μπάρκουλη και της λέει:
– Πόσα βαπόρια έχετε κυρία Κασσανδρή μου ;
– Εικοσιέξι !
– Εικοσιέξι βαπόρια; Ε, λοιπόν σας έφτιαξα κι εγώ άλλο ένα ! Εικοσιεπτά!!!
Ο βασανισμός της ηθοποιού
Αυτό που είναι άγνωστο στο ευρύ κοινό είναι πως η χαμογελαστή και πλούσια κυρία Κασσανδρή έκρυβε μια άγνωστη πικρή προσωπική ιστορία από το 1944.
Η Μαίρη Λαλοπούλου ανήκε στην ΕΠΟΝ, όπως και τα τρία αδέλφια της (δυο αδελφές και ένας αδελφός).
Στις 24 Ιουνίου του 1944 η ηθοποιός βρέθηκε μαζί με άλλα μέλη της ΕΠΟΝ, στο εργοστάσιο της «Ελληνικής Εριουργίας» στον Περισσό, με σκοπό να ενημερώσουν τους εργάτες για το τι συνέβαινε στο Κάιρο με τις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στα αστικά κόμματα και το συνασπισμό του ΕΑΜ, που είχαν ως θέμα τον σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας.
Οι ΕΠΟΝίτες που συγκεντρώθηκαν ήταν άοπλοι και δεν περίμεναν να χτυπηθούν.
Μόλις ξεκίνησε η συγκέντρωση άρχισαν οι πυροβολισμοί. Η Λαλοπούλου περιέγραψε τη σκηνή με λεπτομέρεια:
«Η όλη ενέργεια ήταν προδομένη. Μας άφησαν να προχωρήσουμε σε μια αίθουσα με μηχανήματα και μεγάλες μπάλες από μπαμπάκια, στην οποία είχαν πιάσει δουλειά οι εργάτες. Μόλις ετοιμαζόμαστε να αρχίσουμε, άρχισε το πιστολίδι. Ήταν ήδη μέσα στο εργοστάσιο τα Τάγματα και μπουκάρισαν με τα πιστόλια χτυπώντας μας μέσα στην αίθουσα.
Έγινε πανικός, κυρίως από τις εργάτριες. Όλοι άοπλοι. Προσπαθούσαμε να κρυφτούμε πίσω από το μπαμπάκι, αλλά έναν-έναν μάς ανακάλυπταν και με κλωτσιές και χτυπήματα στα κεφάλια με τις μπερέτες, μάς έβγαλαν έξω στην αυλή. Σπρωγμένη με κλωτσιές, μ’ έβγαλε και μένα ο Μπέλκας, ένας κόκκινος στα μούτρα, κοντός, ίδιο τέρας.
Ο Κωστάκης στην Ελπίδος [το κέντρο βασανιστηρίων της Ειδικής Ασφάλειας, στο ξενοδοχείο «Κρυστάλ» της οδού Ελπίδος 3] έτρωγε ξύλο όλη μέρα. Δε μαρτύρησε. Άλλωστε κανένας απ’ όσους πέθαναν από το ξύλο ή βασανίστηκαν ολόκληρη εκείνη τη μέρα δε μαρτύρησε. Εκείνος ή μάλλον εκείνη που μαρτύρησε, δεν έφαγε ούτε μία. Δείλιασε και τα ξέρασε όλα, όταν είδε στη Νέα Ιωνία να δέρνουν γυναίκες και άντρες οι Γερμανοί και οι “αιμοχαρείς τσολιάδες”. Και φυσικά την άλλη μέρα ήτανε σπίτι της.
Ο Ρέππας δερνόταν ολόκληρη την ημέρα. Νύχτα πια, κάποια στιγμή που η πόρτα του δωματίου που με είχαν, ίσως και επίτηδες, είχε μείνει μισάνοιχτη από έναν ταγματασφαλίτη που βγήκε μετά από “ανάκριση” που μου έκανε, είδα απέναντι την πόρτα του καμπινέ ανοιχτή, και έναν Ρέππα πεσμένο με τα μούτρα στη λεκάνη. Τον έσυραν δυο χαφιέδες σκοτωμένο πια. Τα όργανά του ήταν γεμάτα αίματα και μαύρα. Τα είδα όλα, όπως τα λέω.
Αφού με βασάνισε απάνθρωπα η ομάδα βασανιστών της οδού Ελπίδος, ένας από τους βασανιστές μου βούτηξε το χέρι του στο αίμα του κορμιού μου και γλείφοντάς το μου είπε: “Να! κοίτα μωρή, είμαι ο αιμοχαρής τσολιάς και σου πίνω το αίμα”.
Μουσκεμένη στο αίμα, με κολλημένα τα ξεσκισμένα ρούχα μου στις ξεσκισμένες σάρκες μου, με μεταφέρανε στις φυλακές Χατζηκώστα. Εκεί είχανε μεταφέρει από την οδό Ελπίδος και την Καλλισθένη Σμπαρούνη-Κύρκου και από διάφορα άλλα αστυνομικά τμήματα πολλές άλλες κοπέλες χτυπημένες».
Η Μαίρη Λαλοπούλου γλίτωσε και επέζησε.
Την εμπειρία αυτή όμως, σύμφωνα με ανθρώπους του περιβάλλοντός της, δεν μπόρεσε να την ξεπεράσει ποτέ και της δημιουργούσε κατά καιρούς ψυχολογικά προβλήματα.
Άλλωστε αυτό δεν ήταν το μόνο χτύπημα στην οικογένειά της.
Η μία της αδελφή πέθανε σε ηλικία μόλις 22 ετών από την ταλαιπωρία, τα συνεχή βασανιστήρια και τις κακουχίες, ενώ η άλλη συνελήφθη στα 15 της και οδηγήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, από το οποίο κατάφερε να επιζήσει.
Παρόμοια τύχη είχε και το αγόρι της οικογένειας, που οδηγήθηκε στην εξορία.
Παρά τα δύσκολα χρόνια, η Μαίρη Λαλοπούλου μετά τον πόλεμο σπούδασε υποκριτική στην Αθήνα και έκανε το θεατρικό της ντεμπούτο το 1949. Τρία χρόνια αργότερα εμφανίστηκε για πρώτη φορά στον κινηματογράφο στην ταινία «Ένα βότσαλο στη λίμνη».
Συνολικά έπαιξε σε μόλις 12 ταινίες και είχε χαρακτηριστεί ως αντιστάρ, καθώς απέφευγε τα φώτα της δημοσιότητας, τις συνεντεύξεις και τις κοσμικές εμφανίσεις.
Πέθανε στις 14 Μαΐου του 1989.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: