«Και αν εσύ δεν μ’ αγάπησες εγώ σε αγαπώ, και αν εσύ με σκότωσες εγώ ακόμη ζω!».
Είναι τα λόγια της Κικής Κούσογλου από τη Βέροια, που βρέθηκαν γραμμένα στο ημερολόγιό της και θεωρήθηκαν προφητικά.
Η 20χρονη κοπέλα εξαφανίστηκε μυστηριωδώς τον Απρίλιο του 2005.
Για περίπου τέσσερις μήνες, η εξαφάνισή απασχολούσε τις αρχές, αλλά και την κοινή γνώμη, καθώς η υπόθεση παρουσιάστηκε και στην τηλεόραση.
Ανάμεσα στους ανθρώπους που αναζητούσαν την κοπέλα ήταν και ο επί 5 χρόνια σύντροφός της Δ. Μ.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες συγγενών και φίλων, οι δύο νέοι γνωρίστηκαν και ξεκίνησαν τη σχέση τους όταν η Κική ήταν 15 ετών, αλλά ως ζευγάρι αντιμετώπιζαν συχνά προβλήματα.
Ο Δ. ήταν ζηλιάρης και η Κική θεωρούσε τον εαυτό της θύμα, επειδή κατά τους καυγάδες τους, συνήθως υποχωρούσε.
Παρά τις συχνές εντάσεις, το ζευγάρι δεν έπαιρνε την απόφαση να χωρίσει και οι δυο νέοι έσμιγαν ξανά, μετά από κάθε καυγά.
Τον Μάρτιο του 2005 η Κική είχε ζητήσει από τον Δ. να χωρίσουν.
Την ημέρα της εξαφάνισής της, συναντήθηκε μαζί του την ώρα που σχολούσε από την καφετέρια που δούλευε και ο Δ. προσφέρθηκε να την πάει στο σπίτι της.
Η κοπέλα δέχτηκε, αλλά τελικά κατέληξαν στο σπίτι του νεαρού, όπου σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εποχής, ξεκίνησαν τις ερωτικές περιπτύξεις χωρίς όμως να προχωρήσουν.
Η Κική το μετάνιωσε και ζήτησε από τον πρώην σύντροφό της να σταματήσουν και να την πάει στο σπίτι της.
Τελικά ο νεαρός την έπεισε να κοιμηθεί στο δικό του σπίτι χωρίς όμως να έχουν επαφή.
Όταν η Κική αποκοιμήθηκε, ο Δ., ο οποίος ήταν σίγουρος ότι η κοπέλα είχε γνωρίσει κάποιον άλλον, έψαξε το κινητό της.
Ένα μήνυμα προς την κολλητή της φίλη που έγραφε: «τι να κάνω που τον θέλω πάλι και ο μ… δεν είπε τίποτα για μετά», τον εξόργισε.
Έξαλλος, όρμησε στο δωμάτιο, την ξύπνησε και άρχισαν να καυγαδίζουν.
Από το επόμενο πρωί, τα ίχνη της Κικής χάθηκαν.
Το «θέατρο» του νεαρού
Όταν η μητέρα της κοπέλας ενημερώθηκε ότι έλειπε δύο μέρες από τη δουλειά της, πήγε στην αστυνομία και δήλωσε την εξαφάνισή της.
Ένας από τους πρώτους ύποπτους που εξετάστηκαν ήταν ο Δ., ο οποίος παραδέχτηκε ότι ήταν μαζί της το βράδυ πριν εξαφανιστεί, αλλά επέμενε ότι δεν γνώριζε τίποτα άλλο.
«Ξύπνησα και δεν τη βρήκα στο δωμάτιο», είπε ενώ ανέφερε πως όταν διαπίστωσε ότι η Κική είχε φύγει, θεώρησε ότι ο χωρισμός τους ήταν οριστικός και της έστειλε το εξής μήνυμα: «όπως νομίζεις εσύ. Ελπίζω να είσαι ευτυχισμένη. Καλά να περνάς, φιλάκια».
Οι αρχές δεν είχαν κάποιο στοιχείο εναντίον του και τον άφησαν ελεύθερο.
Η υπόθεση της εξαφάνισης της κοπέλας όμως έγινε γνωστή και ο κόσμος παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τις εξελίξεις από την τηλεόραση.
Ο Δ. αρχικά δεν ήθελε να δώσει συνέντευξη σε κανέναν, αλλά τελικά, μετά από μερικές εβδομάδες, μίλησε στην Αγγελική Νικολούλη, όπου είπε τα ίδια που είχε πει και στους αστυνομικούς.
Μάλιστα, ο νεαρός έκανε έκκληση σε όποιον γνώριζε πληροφορίες να βοηθήσει, ώστε να βρεθεί η αγαπημένη του. Η αστυνομία είχε ήδη τις υποψίες της, αλλά και η δημοσιογράφος ισχυρίστηκε ότι τον θεώρησε ύποπτο, εξαιτίας των αντιδράσεών του.
Οι αρχές αξιολόγησαν όλα τα νέα στοιχεία που προέκυψαν και οι υποψίες στράφηκαν ξανά στον Δάνο.
Η ομολογία
Ο Δ. ήταν πια ο νούμερο ένα ύποπτος, αλλά η αστυνομία δεν είχε αποδείξεις για την κατηγορία.
Μέχρι που η εταιρεία κινητής τηλεφωνίας ενημέρωσε την αστυνομία, ότι όταν το μήνυμα- άλλοθι του Δ. εστάλη στην Κική, οι δύο συσκευές, έπαιρναν σήμα από την ίδια κεραία, βρίσκονταν δηλαδή στο ίδιο σημείο!
Ο Δ. κατάλαβε ότι πια δεν μπορούσε να κρυφτεί και ομολόγησε το έγκλημά του.
Κατά τον καυγά τους στο σπίτι του θόλωσε και στραγγάλισε την αγαπημένη του.
«Την τράβηξα πάνω μου. Δεν θυμάμαι αν φώναζε ή αν είπε κάτι. Όταν την άφησα, δεν κουνιόταν. Έπιασα το σφυγμό της. Διαπίστωσα πως δεν αναπνέει. Εκείνη την ώρα τα έχασα. Πανικοβλήθηκα και αποφάσισα να την εξαφανίσω. Δεν ξέρω τι έπαθα. Λες και δεν ήμουν εγώ».
Ο Δ. είχε κάνει πράξη την κουβέντα που πολλές φορές είχε πει στην αγαπημένη του πάνω σε καυγά: «Μόνο νεκρούς θα μας χωρίσουν».
Αμέσως μετά τον φόνο, ο Δ.Μ έδρασε σαν «επαγγελματίας δολοφόνος».
Μετέφερε το πτώμα στην περιοχή του φράγματος Ασωμάτων, όπου το άφησε.
Πήρε την τσάντα και τα προσωπικά αντικείμενα του θύματος και τα πέταξε κάπου μακριά ώστε να μη βρεθούν ποτέ.
Στη συνέχεια πήγε στο σπίτι ενός ξαδέλφου του και του ομολόγησε ακριβώς τι είχε συμβεί.
Το επόμενο πρωί, οι δυο τους έθαψαν το πτώμα σε μέρος που κανείς δεν θα το έβρισκε.
Μετά την ομολογία, ο Δ.Μ υπέδειξε το σημείο στις αρχές, όπου πράγματι βρέθηκε το πτώμα της Κικής Κούσογλου.
Στην απολογία του, ο δράστης ήταν ψύχραιμος και υποστήριξε ότι θόλωσε και έκανε μηχανικές κινήσεις σαν να μην ήταν ο εαυτός του, ενώ ζήτησε συγνώμη από την οικογένεια της Κικής.
Το δικαστήριο του επέβαλε ποινή ισόβιας κάθειρξης, ενώ στο ξάδελφό του, που τον είχε βοηθήσει, ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών.