Καθώς πλησίαζαν τα πρώτα εγκαίνια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, μετά την κατάλυση της δημοκρατίας από την χούντα, μια ομάδα αγωνιστών του «Πατριωτικού Μετώπου» προσπάθησε να ανατινάξει μια κολόνα της ΔΕΗ κοντά στο Καυταντζόγλειο στάδιο.
Ο σκοπός τους ήταν να βυθίσουν στο σκοτάδι το κέντρο της Θεσσαλονίκης την ώρα που θα τελούνταν τα εγκαίνια της Έκθεσης, στο Αλεξάνδρειο Μέλαθρο. Ήταν 2 Σεπτεμβρίου 1967. Τελικά η δυναμιτίστικη ενέργεια πέτυχε μερικώς, καθώς από την υπερβολική φροντίδα να αποφευχθούν πάση θυσία ανθρώπινα θύματα, πυροδοτήθηκαν οι μισοί δυναμίτες. Η κολόνα δεν έπεσε, αλλά από το τράνταγμα της έκρηξης έσβησαν τα φώτα της Διεθνούς έκθεσης για πέντε λεπτά. Σε λίγη ώρα, η αντιδικτατορική ενέργεια έκανε τον γύρο του κόσμου.
Μετά το παράτολμο εγχείρημα, τα μισά μέλη της ομάδας, οι Χαλκίδης, Παντής και Χατζηγιάννης, κατέφυγαν στην κρυψώνα της οργάνωσης που υπήρχε στον ανατολικό τομέα της πόλης, στην οδό Φιλελλήνων 65.
Εκεί τους εντόπισαν δυο μέρες αργότερα τα όργανα της χούντας που δολοφόνησαν εν ψυχρώ τον Γιάννη Χαλκίδη, τραυμάτισαν τον Γρηγόρη Παντή και βασάνισαν με αγριότητα τον Νάντη Χατζηγιάννη.
Ποιος ήταν ο Γιάννης Χαλκίδης
Γεννήθηκε στις 20 Οκτωβρίου 1940, στη Σφενδάμη Πιερίας. Όπως αφηγήθηκε η αδερφή του, Τούλα:
«Οι γονείς μας ήταν αγρότες, που με μεγάλη δυσκολία προσπαθούσαν να τα βγάλουν πέρα. Το 1948, αγόρασαν ένα μικρό σπιτάκι στους Αμπελόκηπους Θεσσαλονίκης και μας έφεραν εδώ για μια καλύτερη ζωή. Ο αδερφός μου, γινόταν θυσία για την οικογένεια, τους φίλους, τους γείτονες και τους συναγωνιστές του στη νεολαία Λαμπράκη. Το 1963, μόλις σκότωσαν τον Λαμπράκη εντάχθηκε στη νεολαία του κινήματος. Ήταν δημοκράτης, με αριστερές και προοδευτικές ιδέες, το ίδιο και οι παρέες του όλες».
Μόνος του πήγε στα γραφεία της ΕΔΑ (Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά), στην πλατεία Αριστοτέλους και ζήτησε να γίνει μέλος της νεολαίας. Την ημέρα που παρουσιάστηκε εκεί, τον προϋπάντησε ο Νίκος Νικολαΐδης, μέλος του Γραφείου Πόλης της ΕΔΑ Θεσσαλονίκης, ο οποίος αφηγήθηκε τη στιγμή της πρώτης τους συνάντησης στο βιβλίο του Σπύρου Κουζινόπουλου «Οι Μεγάλες Πολιτικές Δολοφονίες στη Θεσσαλονίκη του 20ου Αιώνα», ως εξής:
«Μου είπε ότι ονομάζεται Γιάννης Χαλκίδης, ότι προέρχεται από οικογένεια αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης και πως ήταν αποφασισμένος να αγωνιστεί στο πλευρό της ΕΔΑ, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι ο αγώνας μας δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα, μια και κράτος και παρακράτος, δρούσαν ιδιαίτερα στη Β. Ελλάδα, προσπαθώντας να ανακόψουν το αριστερό κίνημα».
«Τα έχω σκεφτεί όλα αυτά και το γεγονός ότι αποφάσισα να ανέβω στα γραφεία της ΕΔΑ, με τους ασφαλίτες να καιροφυλακτούν, δείχνει ότι είμαι αποφασισμένος, ήταν η απάντηση του. Θυμάμαι ότι από την αρχή μου είχε κάνει πολύ καλή εντύπωση. Ήταν θαρραλέος αλλά και απλός, καλοσυνάτος, ευγενικός. Αγωνιστής με τα όλα του».
21η Απριλίου 1967
Πρωί-πρωί της 21ης Απριλίου 1967, η άλλη αδερφή του Γιάννη, η Φίκα, τον ξυπνάει για να τον ενημερώσει ότι κάτι περίεργο συμβαίνει, καθώς στην περιοχή υπήρχαν στρατιώτες με παρατεταμένα τα όπλα.
Όπως αφηγήθηκε η ίδια: «Δεν είχε ξυπνήσει ακόμα ο Γιάννης, όταν πάω στο κρεβάτι του, τον σκουντάω και του λέω:
«Γιάννη ξύπνα, κάτι γίνεται». Τι; μου λέει. Απαντάω ότι οι δρόμοι έχουν γεμίσει στρατιώτες με όπλα με ξιφολόγχες. Αμέσως κατάλαβε. «Έγινε το πραξικόπημα. Οι κερατάδες το καταφέρανε».
Πετάχτηκε σαν ελατήριο επάνω, ντύθηκε και έφυγε από τη γειτονιά μας. Έκτοτε δεν τον βλέπαμε καθόλου, δεν ξέραμε που ήταν. Για μεγάλο διάστημα έζησε στην παρανομία. Μια μέρα μόνο μας ειδοποίησε και πήγαμε σε ένα συγγενικό σπίτι να τον δούμε. «Γιάννη, αγόρι μου δεν βλέπεις τι γίνεται; Κανόνισε να πας να παραδοθείς».
Αμέσως μου απάντησε: «Από σένα τέτοιο πράγμα δεν περίμενα αδερφή. Έφυγε και φύγαμε και εμείς. Μετά από λίγες μέρες μάθαμε ότι τον αδερφό μου τον σκότωσαν. Οι γονείς μας έλειπαν στο χωριό. Ειδοποιήθηκαν και ήρθαν αμέσως. Ο μπαμπάς μου, μόλις το έμαθε σωριάστηκε κάτω, λιποθύμησε».
Η εν ψυχρώ δολοφονία
Το μπλακ άουτ στα εγκαίνια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, έκανε τα όργανα της χούντας να εξαπολύσουν ένα πραγματικό ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό, των δραστών. Όλες οι δυνάμεις της χωροφυλακής της Ασφάλειας και της ΚΥΠ, είχαν διατεθεί για το σκοπό αυτό.
Το πέτυχαν μερικώς, όταν τη νύχτα της 4ης προς 5η Σεπτεμβρίου 1967, εντόπισαν τρία από τα έξι μέλη της ομάδας στο κρησφύγετο της οδού Φιλελλήνων. Πάνοπλοι άντρες κύκλωσαν όχι μόνο την πολυκατοικία, αλλά ολόκληρο το οικοδομικό τετράγωνο και τους γύρω δρόμους.
Δυο μήνες αργότερα στο στρατοδικείο ο τότε διοικητής της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, Δημήτρης Σταματόπουλος κατέθεσε:
«Έγινε αποβραδίς ανάλυση του όλου εγχειρήματος στα γραφεία της Ασφάλειας, προκειμένου να μην υπάρξει δυνατότης διαφυγής. Οι άντρες μας, έσπασαν την πόρτα και εισήλθαν εντός πυροβολώντας. Μέσα στο κρησφύγετο εκείνη την ώρα βρισκόταν ο Γιάννης Χαλκίδης, ο Φερδινάνδος (Νάντης) Χατζηγιάννης και ο Γρογόρης Παντής».
Ο Γρηγόρης Παντής περιγράφει την έφοδο στο διαμέρισμα
«Κοιμόμασταν, όταν ακούσαμε δυνατά χτυπήματα στην πόρτα. Ανοίγει ο Χαλκίδης, βγάζει λίγο το κεφάλι του από την πόρτα και βλέπει τους ασφαλίτες, οι οποίοι αφού χτύπησαν την πόρτα υποχώρησαν στο βάθος του διαδρόμου.
Ο Γιάννης κλείνει αμέσως την πόρτα και μας ξυπνά λέγοντας: «Σηκωθείτε, ήρθε η Ασφάλεια». Κατευθύνεται στο κρεβάτι του που ήταν δίπλα στο παράθυρο, το οποίο έβλεπε στο φωταγωγό της πολυκατοικίας.
Πυροβολούσαν απροειδοποίητα. Οι τρεις νέοι προσπαθούσαν να διαφύγουν από τον φωταγωγό. Τότε τα εκτελεστικά όργανα της δικτατορίας άρχισαν να πυροβολούν εναντίον τους».
Ο Νάντης Χατζηγιάννης περιγράφει την στιγμή που έπεσε νεκρός ο Χαλκίδης
«Ήρθαν σαν στυγνοί δολοφόνοι και κάνανε κόσκινο το διαμέρισμα από τις σφαίρες που έριχναν στα τυφλά. Ήρθαν να δολοφονήσουν τους πάντες, γιατί χαλάσαμε για 5′ τη φιέστα τους με την έκρηξη στην κολόνα, στα εγκαίνια της Έκθεσης. Ακούω δίπλα μου τον Γιάννη να βγάζει ένα «Ωχ». Οι σφαίρες από τους δολοφόνους μας βρήκαν αριστερά και μας χτύπησαν.
Τον Γιάννη που ήταν όρθιος δεξιά, τον βρήκαν πάνω από τη μέση. Έσκυψε από τον πόνο και γύρισε προς την πόρτα του δωματίου. Ήταν τραυματισμένος και δεν μπορούσε να μιλήσει. Αν και χτυπημένος, δρασκέλισε τα κάγκελα του μπαλκονιού και και πήδηξε κάτω προς την πρασιά. Το ίδιο κάναμε και εμείς. Τρομοκρατημένοι και σαστισμένοι όπως ήμασταν προσπαθούσαμε να διαφύγουμε.
Εγώ ήμουν κρεμασμένος από τα κάγκελα, εκείνη την ώρα ήρθε ο ασφαλίτης Αντώνης Λεπενιώτης με προτεταμένο το περίστροφο του και πυροβολεί τον Γιάννη πισώπλατα.
Την τελευταία σφαίρα την έριξε σχεδόν εξ’ επαφής. Μπορούσε ο στυγερός δολοφόνος να τον συλλάβει, χωρίς να ρίξει ούτε μια σφαίρα. Ο βαριά τραυματισμένος Χαλκίδης, άφησε την τελευταία του πνοή στο πεζοδρόμιο της οδού Κωνσταντινουπόλεως, με τα όργανα της δικτατορίας να τον κλωτσούν με απερίγραπτη μανία και να τον χλευάζουν, αφήνοντας τον να ξεψυχήσει στο πεζοδρόμιο αβοήθητος».