Στις 23 Σεπτεμβρίου 1821 οι Έλληνες επαναστάτες αλώνουν την πόλη της Τριπολιτσάς, το κέντρο της τουρκικής εξουσίας στην Πελοπόννησο. Η είσοδος των ελληνικών στρατευμάτων στην πόλη σηματοδοτεί την έναρξη μιας άνευ προηγουμένου σφαγής του τουρκικού πληθυσμού.
Στην πραγματικότητα γύρω από την Τριπολιτσά δεν υπήρχε στρατός που διεξήγαγε πόλεμο. Φλεγόταν μια επανάσταση οργισμένου λαού, εξαγριωμένου από την αβάστακτη τυραννία. Οι άνθρωποι αυτοί εννοούσαν να φερθούν στους Τούρκους όπως σε τυράννους που είχε έλθει η ώρα να πληρώσουν για τα εγκλήματά τους.
Η Τριπολιτσά ήταν το σύμβολο της τουρκικής εξουσίας επί έναν αιώνα. Από εκεί είχαν περάσει τόσοι φοβεροί πασάδες και από εκεί εξακοντίζονταν διατάγματα καταπιέσεων και απερίγραπτων καταδιώξεων, θανατικών εκτελέσεων και εξοντώσεων ολόκληρων πληθυσμών.
Ήταν η «Βαβυλώνα» του Μοριά, όπου οι μπέηδες και οι αγάδες οργίαζαν με το αίμα και τον ιδρώτα του λαού ολόκληρης της χώρας. Οι χειρότερες αναμνήσεις της σκλαβιάς του πελοποννησιακού λαού συνδέθηκαν με την Τριπολιτσά. Από εκεί αναχωρούσαν οι εισπράκτορες των τουρκικών φόρων. Εκεί υπήρχε ο πλάτανος από τον οποίο είχαν κρεμαστεί τόσοι δυστυχείς άνθρωποι χωρίς λόγο.
Πολλοί από τους πολιορκητές της πόλης είχαν τους προσωπικούς τους λογαριασμούς με τους Τούρκους.
Οι νικητές δεν έδειξαν έλεος για κανέναν. Θρήνοι και σπαρακτικές κραυγές ακούγονταν από τις τουρκικές συνοικίες, όπου συντελείτο άγρια σφαγή. Δεν γινόταν διάκριση φύλου ή ηλικίας. Πολλοί προσέφεραν στους νικητές χρήματα και πολύτιμα είδη για να εξαγοράσουν τη ζωή τους, αλλά ούτε αυτό τους ωφέλησε. Οι εξαγριωμένοι επαναστάτες πρώτα απ’ όλα ζητούσαν εκδίκηση.
Ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης στα απομνημονεύματά του έγραψε: «Από τα τείχη ίσαμε το σεράι το άλογό μου δεν επάτησε στο χώμα … Το ασκέρι οπού ήτον μέσα, το ελληνικό, έκοβε και εσκότωνε, από Παρασκευή έως Κυριακή, γυναίκες, παιδιά και άντρες, τριάντα δύο χιλιάδες, μια ώρα ολόγυρα της Τριπολιτσάς. Ένας Υδραίος έσφαξε ενενήντα».
Η σφοδρή αντίδραση των φιλότουρκων ευρωπαίων
Από τις 34.000 του οθωμανικού πληθυσμού και στρατού σώθηκαν μόνον 8.000 και έμειναν αιχμάλωτοι των νικητών.
Επί χρόνια οι αντιπολιτευόμενοι στα φιλελληνικά κομιτάτα της Ευρώπης ανέφεραν, σε άρθρα και σε διαλέξεις τους, ότι οι σφαγές εκείνες ήταν απόδειξη πως οι Έλληνες είχαν αποβάλει τα χαρακτηριστικά της φυλής που έδωσε στην ανθρωπότητα τα έξοχα διδάγματα ευγένειας και ανθρωπισμού και είχαν μετατραπεί σε έναν λαό θηριώδη και ημιάγριο, ξένο προς κάθε ανθρώπινο αίσθημα και ανάξιο ελευθερίας.
Οι τουρκόφιλοι βρήκαν επιτέλους ένα γεγονός που προκαλούσε τη φρίκη των ανθρωπιστών, αυτών που συνήθως κρίνουν τη ζωή και τους φοβερούς αγώνες ατόμων και λαών μέσα από τα γραφεία και τα σαλόνια τους, σύμφωνα με «ωραίες» θεωρίες. Η άλωση της Τριπολιτσάς συγκρίθηκε με τις πιο αποτρόπαιες πράξεις βάρβαρων λαών.
Απέναντι σε αυτές τις άτοπες συγκρίσεις ο Σπυρίδων Τρικούπης υπενθύμισε την άλωση της Ιόππης από τους Γάλλους του Ναπολέοντα. Όλοι οι κάτοικοί της είχαν κατακρεουργηθεί. Και η σφαγή δεν είχε γίνει από σκλάβους εναντίον τυράννων, αλλά από τακτικό ευρωπαϊκό στρατό με διαταγή του ίδιου του στρατηγού του.
Οι Γάλλοι φιλέλληνες αξιωματικοί Μάξιμος Ραιμπώ και Μωρίς Περσά εκδήλωσαν και αυτοί προς τους Έλληνες φοιτητές που είχαν έλθει από το Παρίσι τον αποτροπιασμό τους για τα γεγονότα της Τριπολιτσάς. «Αλλ’ οι νέοι αυτοί», έγραψε ο Ραιμπώ, «είχαν ταξιδέψει, είχαν διαβάσει και για να υπερασπισθούν τους συμπατριώτας των ανεζήτησαν εις τας κατηγόρους σελίδας της ιστορίας πράξεις αναλόγους προς εκείνας».
Ο Περσά μας αποκάλυψε τις «κατηγόρους σελίδας» που ανέφεραν οι, ευρισκόμενοι στην Τριπολιτσά, Έλληνες σπουδαστές του εξωτερικού. Του υπενθύμισαν τα γεγονότα της Γαλλίας του 1793. Τι ήταν πράγματι η άλωση της Τριπολιτσάς απέναντι στις σφαγές του Σεπτεμβρίου, στην τραγωδία της Ναντ και στις άλλες αγριότητες της γαλλικής τρομοκρατίας;
Γιατί δεν εμποδίστηκε η σφαγή;
Οι σφαγές της Τριπολιτσάς ήταν η έκφραση οργής ενός λαού τυραννισμένου επί αιώνες, οργής που κορυφώθηκε από τη δολοφονία του πατριάρχη Γρηγορίου E’, από τις σφαγές της Κωνσταντινούπολης, της Σμύρνης, του Αϊβαλιού και της Κύπρου, από τη λεηλασία των ελληνικών επαρχιών από τις οποίες πέρασε ο Μουσταφάμπεης, από τους βιασμούς των νεαρών γυναικών του Άργους και από τη φονική συμπεριφορά των Τούρκων απέναντι στους φυλακισμένους αρχιερείς και προκρίτους.
Στο ελληνικό στρατόπεδο βρίσκονταν αρκετοί Αϊβαλιώτες που διψούσαν για εκδίκηση, αφού από την άδικη επιδρομή των Τούρκων εναντίον τους είχαν χάσει τις οικογένειές τους. Οι Έλληνες ήταν οι άνθρωποι για τους οποίους το τουρκικό κράτος είχε καταργήσει τη δικαιοσύνη και για τις καταδίκες των οποίων οι δικαστές ανέφεραν ως επιχειρήματα τη φυλετική τους υπόσταση και τη θρησκεία τους.
Επρόκειτο για μια επανάσταση που βάφτηκε με το αίμα των εχθρών της, αποδεικνύοντας μια ζωτικότητα άγρια, αλλά αναπόφευκτη ώστε να μην υποστεί την τύχη που η ίδια επέβαλε στον αντίπαλο.
Οι σφαγές δεν πραγματοποιήθηκαν από τακτικό στρατό, αλλά από επαναστατημένο πλήθος. Η έφοδος έγινε χωρίς διαταγή των οπλαρχηγών. Όμως πολλοί από αυτούς μάντεψαν τις σφαγές και εν μέρει τις θέλησαν. Γι’ αυτό απομάκρυναν από το στρατόπεδο τον Δημήτριο Υψηλάντη, που επιθυμούσε υπογραφή συνθήκης και είσοδο των Ελλήνων πολεμιστών στην πόλη με πλήρη τάξη. Το συμπέρασμα ότι οι οπλαρχηγοί θέλησαν τις σφαγές εξάγεται από το ότι δεν πραγματοποίησαν τίποτα σοβαρό για τον περιορισμό της επίθεσης, μόνο εναντίον των τουρκικών στρατιωτικών μονάδων και των προμαχώνων. Τις πρώτες ώρες της εφόδου, βέβαια, η διοίκηση των σωμάτων είχε ξεφύγει από τον έλεγχό τους. Όμως όταν νύχτωσε ήταν δυνατό να σχηματίσουν περιπόλους και να περιορίσουν το κακό. Το μόνο για το οποίο φρόντισαν ήταν η αιχμαλωσία και η ασφάλεια των συγκεντρωμένων στο σεράι επίσημων Τούρκων και των χαρεμιών, λόγω της χρησιμότητάς τους.
Οι Έλληνες οπλαρχηγοί θεώρησαν τις σφαγές ως αναγκαιότητα για την Επανάσταση. Έπρεπε να ανοιχτεί μεταξύ των επαναστατών και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αγεφύρωτο χάσμα. Έπρεπε να αποκλεισθεί ο δρόμος μιας πιθανής αμνηστίας ή συνθηκολόγησης (συνηθισμένη κατάληξη σε προηγούμενες εξεγέρσεις). Το μέσο ήταν φρικτό, αλλά μοναδικό.
Οι επιλογές για τους επαναστάτες ήταν πλέον δύο: Ελευθερία ή Θάνατος.
Απόσπασμα από το βιβλίο: 1821 οι μάχες των Ελλήνων για την ελευθερία του ιστορικού Νίκου Γιαννόπουλου. Εκδόσεις Historical Quest
–