Την εποχή που οι γνώσεις των αρχαίων Ελλήνων είχαν λησμονηθεί από το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, οι Άραβες μελετητές στην Κόρδοβα, τη Δαμασκό και τη Βαγδάτη, ανέπτυσσαν τη γνώση που βρήκαν φυλαγμένη σε ελληνικά, περσικά και ινδικά χειρόγραφα, για να προοδεύσουν σε τομείς όπως η αστρονομία, τα μαθηματικά, η ιατρική και η φιλοσοφία.
Ανάμεσα στα επιτεύγματα τους, ήταν η βελτίωση και διάδοση μιας μεθόδου που οδήγησε σε ένα νέο είδος αλκοολούχων ποτών: της απόσταξης. Η μέθοδος αυτή που ήθελε την εξάτμιση και κατόπιν τη συμπύκνωση ενός υγρού, ώστε να επιτευχθεί και η διύλιση των υλικών που το αποτελούν, είχε τις ρίζες της στην αρχαιότητα.
Απλοί αποστακτήρες, που χρονολογούνται στο 4000 π.Χ., είχαν βρεθεί στη βόρεια Μεσοποταμία, όπου, σύμφωνα με επιγραφές, χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή αρωμάτων.
Οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι, γνώριζαν την τεχνική της απόσταξης. Ο Αριστοτέλης μάλιστα είχε παρατηρήσει ότι ο συμπυκνωμένος ατμός αλμυρού νερού, δεν έχει αλμυρή γεύση.
Ωστόσο, η απόσταξη του κρασιού, άρχισε να εφαρμόζεται πιο συστηματικά από τον μελετητή του 8ου αιώνα, Τζαμπίρ Ίμπν Χαγιάν, που συγκαταλέγεται ανάμεσα στους πατέρες της Χημείας. Αυτός επινόησε μια πιο εξελιγμένη μορφή αποστακτήρα, με τον οποίο ο ίδιος και άλλοι Άραβες αλχημιστές, διύλιζαν το κρασί και άλλα υγρά στα πειράματα τους.
Το αποστακτήριο στα αγγλικά: Alembic. Προήλθε από την αραβική al-ambiq που έχει ρίζα ελληνική «άμβιξ»
Οι Άραβες, περιέσωσαν και διεύρυναν τις γνώσεις τις γνώσεις της αρχαιότητας.
Όταν αργότερα μεταφράστηκαν στα λατινικά, τα έργα αυτά, οδήγησαν την Ευρώπη στην Αναγέννηση.
Η αγγλική λέξη για το αποστακτήριο -alembic-, έχει αραβικές ρίζες. Προέρχεται από την αραβική λέξη «al-ambiq», η οποία με τη σειρά της, έχει ως ρίζα την ελληνική «άμβιξ».
Αντίστοιχα η σύγχρονη λέξη «αλκοόλ», προέρχεται από την λέξη «al-koh’l», που ήταν το όνομα της μαύρης πούδρας του αντιμονίου, που χρησιμοποιούσαν σαν καλλυντικό (κάτι σαν μάσκαρα της εποχής).
Ο όρος, χρησιμοποιούνταν γενικά από τους αλχημιστές, όποτε ήθελαν να αναφερθούν σε ουσίες υψηλής διύλισης.
Έτσι, το αποσταγμένο αλκοόλ, έγινε αργότερα γνωστό ως «αλκοόλη του οίνου».
Από τη μυστηριώδη αυτή γέννηση τους, στα εργαστήρια των αλχημιστών, τα νέα αποσταγμένα ποτά έγιναν οι κυρίαρχοι στον «Αιώνα των Εξερευνήσεων». Ήταν η εποχή, που οι Ευρωπαίοι θαλασσοπόροι, ανακάλυψαν νέες περιοχές και ίδρυσαν αποικίες και αυτοκρατορίες σε ολόκληρο τον κόσμο.
Τα αποσταγμένα ποτά, περιείχαν αλκοόλ σε ανθεκτική μορφή, ιδανική για τη μεταφορά με καράβια.
Ωστόσο, γνώρισαν και άλλες εφαρμογές. Υπήρξαν αγαθά τέτοιας οικονομικής σπουδαιότητας, που η φορολόγηση και ο έλεγχος τους αποτέλεσαν ζητήματα ύψιστης πολιτικής σημασίας, με αποτέλεσμα να καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό, την πορεία της ιστορίας.
Οι εγκρατείς Άραβες αλχημιστές, που πρώτοι παρασκεύασαν αποσταγμένο κρασί, το αξιοποίησαν στα πειράματα τους και στην Ιατρική. Το τελευταίο που σκέφτηκαν, ήταν να το βάλουν στο τραπέζι τους!
Το νερό της ζωής
Το χειμώνα του 1386, ο ηγεμόνας ενός μικρού βασιλείου στη σημερινή βόρεια Ισπανία, Κάρολος Β’ της Ναβάρας ή «Κακός», κάλεσε τους γιατρούς στην κρεβατοκάμαρα του. Ο Κάρολος είχε κερδίσει αυτό τον τίτλο, από τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του, όταν κατέστειλε με απίστευτη αγριότητα μια εξέγερση εναντίον του. Τον ελεύθερο του χρόνο, συνωμοτούσε κατά του πεθερού του, που ήταν ο βασιλιάς της Γαλλίας.
Εκείνο το βράδυ, ύστερα από μια νύχτα ακολασίας, ο Κάρολος είχε ανεβάσει πυρετό. Το σώμα του είχε παραλύσει.
Οι γιατροί αποφάσισαν να δοκιμάσουν ένα νέο φάρμακο, που φημιζόταν για τις θαυματουργές του ιδιότητες, και παρασκευαζόταν με έναν σχεδόν μαγικό τρόπο, με την απόσταξη του κρασιού.
Ένας από τους πρώτους που πειραματίστηκαν με την καινοτόμο αυτή μέθοδο, ήταν ο Ιταλός αλχημιστής Μιχαήλ Σαλέρνους, ο οποίος την πρωτοδιάβασε στα αραβικά χειρόγραφα.
«Ένα μείγμα πολύ δυνατού οίνου, με τρία μέρη άλατος, διυλισμένα στο κανονικό δοχείο, μας δίνει ένα εύφλεκτο υγρό», έγραφε το χειρόγραφο.
Εκείνη την εποχή, η διαδικασία έπρεπε να ήταν γνωστή σε λίγους και εκλεκτούς.
Ο Σαλέρνους είχε γράψει τους βασικούς όρους, όπως «οίνος» και «άλας», με κωδικά ονόματα.
Εφόσον το αποσταγμένο κρασί ήταν εύφλεκτο, το ονόμασαν «aqua ardens», δηλαδή «καιόμενο νερό».
Ο όρος «καιόμενο», περιέγραφε και το δυσάρεστο κάψιμο στο λαιμό, μετά την κατάποση του υγρού.
Όσοι δοκίμασαν να πιουν μικρές ποσότητες aqua ardens, ανακάλυψαν ότι η αρχική δυσφορία, ήταν ασήμαντη μπροστά στην αίσθηση αναζωογόνησης και ευεξίας που ακολουθούσε.
Το κρασί χρησιμοποιούνταν ευρέως στην ιατρική. Μέχρι το τέλος του 13ου αιώνα, όταν τα πανεπιστήμια και οι ιατρικές σχολές ανθούσαν παντού στην Ευρώπη, τα λατινικά ιατρικά συγγράμματα, χαιρετούσαν το διυλισμένο οίνο ως τη νέα θαυματουργή θεραπεία, το «aqua vitae», όπως το ονόμασαν. Δηλαδή, το «νερό της ζωής».
Ένθερμος οπαδός του aqua vitae, ήταν ο καθηγητής στην ιατρική σχολή του Μονπελιέ, Αρνάλντ της Βιλανόβα, ο οποίος κατέγραψε σαφείς οδηγίες για την απόσταξη του κρασιού, γύρω στο 1300.
«Το αληθινό νερό της ζωής, πέφτει σε πολύτιμες σταγόνες, οι οποίες ανορθωμένες με τρεις ή τέσσερις συνεχείς διυλίσεις, δίνουν την υπέροχη πεμπτουσία του οίνου» γράφει, και συνεχίζει «το ονομάζουμε aqua viatae, όνομα που του ταιριάζει στην εντέλεια, γιατί είναι το αληθινό νερό της αθανασίας. Χαρίζει μακροβιότητα, διώχνει την κακή διάθεση, αναζωογονεί την καρδιά και διατηρεί τη νεότητα».
Το aqua vitae, έμοιαζε υπερφυσικό, και από πολλές απόψεις ήταν, αφού η περιεκτικότητα του σε αλκοόλ, ήταν πολύ υψηλότερη από κάθε άλλου ποτού που παρασκευαζόταν με φυσική ζύμωση.
Ο μαθητής του Αρνάλντ, Ρεϊμόν Λουλί, υποστήριζε και μελετούσε με τον δάσκαλο του τις ευεργετικές ιδιότητες του aqua vitae. Το γεγονός, ότι και οι δυο άντρες πέρασαν τα 70 χρόνια ζωής, φαινόμενο σπάνιο για την εποχή, συνηγόρησε σίγουρα υπέρ της αναζωογονητικής του δύναμης.
Η «θεία τιμωρία»
Το θαυματουργό αυτό φάρμακο, μπορούσε κανείς να το πιει ή να το εφαρμόσει τοπικά με εντριβέςστα πάσχοντα μέλη του σώματος. Οι οπαδοί του πίστευαν ότι διατηρούσε τη νεότητα, βελτίωνε τη μνήμη, θεράπευε αρρώστιες των νεύρων, βοηθούσε την καρδιά, καταπράυνε τον πονόδοντο. Πίστευαν ακόμα ότι θεράπευε και την τύφλωση.
Με λίγα λόγια το θεωρούσαν πανάκια. Γι’αυτό και οι γιατροί του Καρόλου αποφάσισαν να του το δώσουν ως σωτήρια θεραπεία. Τύλιξαν τον βασιλιά με σεντόνια εμποτισμένα με aqua vitae. Δουλεύοντας υπό το φως των κεριών, τα πράγματα πήραν μια απροσδόκητη τροπή, όταν το ένα κερί γλίστρησε από τα χέρια του ενός υπηρέτη και έπεσε πάνω στα σκεπάσματα.
Αμέσως άρπαξαν, με αποτέλεσμα ο βασιλιάς να καεί ζωντανός.
Οι υπήκοοι του θεώρησαν το φριχτό του θάνατο θεία τιμωρία, επειδή μια από τις τελευταίες ενέργειες του βασιλιά ήταν η επιβολή δυσβάσταχτων φόρων.
Ποιο πασίγνωστο ποτό είναι το «uisge beatha»;
Κατά τη διάρκεια του 15ου αιώνα, η απόσταξη διαδόθηκε, ενώ το aqua vitae άρχισε να γίνεται γνωστό και ως ψυχαγωγικό, καθημερινό ποτό, εκτός από ιατρικό παρασκεύασμα.
Σ’αυτό συνέβαλε και η ανακάλυψη της τυπογραφίας από τον Γουτεμβέργιο, περίπου το 1430.
Το πρώτο έντυπο βιβλίο για την απόσταξη γράφτηκε από τον Αυστριακό γιατρό, Πουφ φον Σρικ, και εκδόθηκε στο Άουσμπουργκ, το 1478. Αποδείχτηκε τόσο δημοφιλές, που μέχρι το 1500 είχε κάνει 14 εκδόσεις.
Μεταξύ άλλων, ο Σρικ ισχυριζόταν ότι μισό κουταλάκι aqua vitae την ημέρα προφυλάσσει από κάθε ασθένεια και ότι, αν ένας ετοιμοθάνατος έπινε λίγο, θα έπαιρνε δύναμη να μιλήσει για τελευταία φορά. Ο απλός κόσμος όμως το προτίμησε, κυρίως για την ικανότητα του να προκαλεί εύκολα μέθη.
Στις ψυχρές χώρες της βόρειας Ευρώπης, τα οινοπνευματώδη ποτά γνώρισαν ιδιαίτερη άνθηση, καθώς εκεί το κρασί ήταν ελάχιστο και ακριβό.
Αποστάζοντας μπίρα, οι κάτοικοι τους κατάφεραν για πρώτη φορά να παρασκευάσουν δυνατά αλκοολούχα ποτά, χρησιμοποιώντας ντόπια υλικά.
H σύγχρονη λέξη «ουίσκι», προέρχεται από την κέλτικη λέξη για το aqua vitae, «uisge beatha».
Το νέο ποτό έγινε αναπόσπαστο κομμάτι του ιρλανδέζικου τρόπου ζωής.
Σε άλλες περιοχές της Ευρώπης, το aqua vitae, έγινε γνωστό ως «καμένο κρασί», «branntwein», στα γερμανικά και «brandywine» ή brandy στα αγγλικά.
Όπως παρατήρησε ένας γιατρός στη Νυρεμβέργη το 1496:
«Δεδομένου ότι όλοι πλέον πίνουν aqua vitae, πρέπει να θυμόμαστε να το πίνουμε σε λογικές ποσότητες και ανάλογα με τις δυναμεις μας, αν θέλουμε να συμπεριφερόμαστε ευπρεπώς».
Πληροφορίες αντλήθηκαν από το βιβλίο: «Η Ιστορία του κόσμου σε 6 ποτήρια», του Tom Standage, εκδόσεις Κέδρος.