Η πρώτη εμφάνιση της Σάντρα σε κοινό έγινε εξαιτίας του θράσους της.
Στα 13 της πήγε με τη μητέρα της να παρακολουθήσει ένα γερμανικό τάλεντ σόου.
Παρακολουθούσε από τις θέσεις του κοινού, αλλά όταν οι διαγωνιζόμενοι τελείωσαν τις εμφανίσεις τους και η κριτική επιτροπή συζητούσε τα αποτελέσματα, η Σάντρα σηκώθηκε, περπάτησε στη σκηνή, ζήτησε από τον DJ να παίξει τη γερμανική διασκευή ενός τραγουδιού της Ολίβια Νιούτον Τζον και άρχισε το τραγούδι.
Η παράσταση που έδωσε γοήτευσε τους παραγωγούς και έβγαλε τον πρώτο της δίσκο.
Το τραγούδι που έγινε επιτυχία ήταν ένα παιδικό κομμάτι που μιλούσε για ένα σκυλάκι. Ήταν 1975 και η Σάντρα που έκανε μπαλέτο και μαθήματα κιθάρας είχε ήδη δημιουργήσει τις βάσεις για μια μελλοντική καριέρα.
Η φωνή της ήταν σωστή, αλλά όχι κάτι ιδιαίτερο, ωστόσο κατάφερε αν κάνει μεγάλες επιτυχίες.
Τη δεκαετία του 80 απέκτησε φανατικό κοινό σε όλη την Ευρώπη, ξεπέρασε σε πωλήσεις τη Μαντόνα σε πολλές χώρες, ενώ σε διάστημα οκτώ χρόνων, μόνο δύο singles δεν κατάφεραν να μπουν στα charts.
Στα τέλη της δεκαετίας του 70 η καριέρα της ξεκινά σε επαγγελματικό επίπεδο και γίνεται η βασική τραγουδίστρια του γυναικείου γερμανικού γκρουπ Arabesque, που γνώρισε πολλή μεγάλη επιτυχία στη Ρωσία και την Ιαπωνία.
Τότε ήταν που συνάντησε τον μουσικό Μισέλ Κρετού με τον οποίο έγιναν πολύ καλοί φίλοι όταν ανακάλυψαν ότι είχαν γεννηθεί την ίδια μέρα με πέντε χρόνια διαφορά. Μετά από εννέα άλμπουμ οι Arabesque διαλύθηκαν. Η Σάντρα και ο Κρετού που είχαν ήδη γίνει ζευγάρι, μετακόμισαν στο Μόναχο όπου ο Ρουμάνος μουσικός έφτιαξε το δικό του στούντιο.
Το πρώτο τους single κυκλοφόρησε το 1984 και ήταν η γερμανική διασκευή του Big In Japan των Alphaville. Το τραγούδι όχι μόνο δεν κατάφερε να μπει στα charts αλλά πούλησε μόνο 125 αντίτυπα.
H αναγνώριση για τη Sandra ήρθε ένα χρόνο αργότερα, το 1985, με το τραγούδι “Maria Magdalena”, που έφτασε στο No 1 σε 21 χώρες σε όλο τον κόσμο και μπήκε στο Top 10 σε άλλες πέντε.
Η πόρτα της επιτυχίας μόλις είχε ανοίξει διάπλατα για τη γερμανίδα τραγουδίστρια. Οι επιτυχίες έρχονταν η μία μετά την άλλη. To “In the hit of the night” που σάρωσε στα charts, της χάρισε τη δεύτερη θέση στο μουσικό φεστιβάλ του Τόκιο το 1986.
Μετά το τρίτο single «Little Girl», που δεν έγινε τόσο μεγάλη επιτυχία, η Σάντρα μετακόμισε στο Λονδίνο για 6 μήνες. Σε αυτό το διάστημα έκανε μαθήματα τεχνικής στο τραγούδι και στον ρυθμό. Ταυτόχρονα βελτίωνε τα αγγλικά της και τα σαββατοκύριακα ηχογραφούσε τραγούδια στο Μόναχο. Μία από τις ηχογραφήσεις ήταν το «Everlasting Love» που το 1987 έπαιζε σε όλες τις ντισκοτέκ της Ευρώπης.
Ένα χρόνο αργότερα η Σάντρα και ο Κρετού παντρεύτηκαν και εγκαταστάθηκαν στην Ίμπιζα για να γράψουν το τρίτο άλμπουμ της Σάντρα “Into a secret land” με το τραγούδι “Heaven can wait” που έγινε μεγάλη επιτυχία, όπως και τα τραγούδια “Secret Land” και “We’ll be together”. To 1990 η Σάντρα ξεκίνησε τα φωνητικά στο συγκρότημα του Κρετού, Enigma και στα τέλη της ίδιας χρονιάς βραβεύτηκε για τις πωλήσεις της στα World Music Awards του Μόντε Κάρλο.
To 1992 κυκλοφόρησε τη συλλογή “18 Greatest Hits”, που σηματοδότησε το τέλος της πιο επιτυχημένης περιόδου της καριέρας της.
Από το 1993 και μετά η Σάντρα προσπαθεί να ανακάμψει κυκλοφορώντας το “Maria Magdalena” με μια τέκνο προσέγγιση. Το 1995 μετά το έκτο της άλμπουμ, αποφασίζει να σταματήσει ώστε να αφιερωθεί στην ανατροφή των δίδυμων παιδιών της. Ήταν η χρονιά που έχασε τον παραπληγικό αδερφό της.
Το 2007 επανέρχεται με δίσκο στον οποίο όμως δεν συμμετέχει ο Μισέλ Κρετού, καθώς δηλώνει απασχολημένος με το νέο δίσκο των Enigma. Στα τέλη του ίδιου χρόνου ανακοινώνεται το διαζύγιο του ζευγαριού.
Μέχρι το 2012 έβγαλε άλλους δύο δίσκους. Σήμερα η Σάντρα συνεχίζει να εμφανίζεται σε διάφορες χώρες, κυρίως σε συναυλίες – αφιερώματα στη δεκαετία του ΄80.