Πηγή: Όσα δεν γνωρίζατε για την τουρκοκρατία και την επανάσταση του 1821, εκδόσεις Μεταίχμιο
Ο περίφημος κλέφτης Αμπελογιάννης, όταν γέρασε, έγινε καλόγερος σε μοναστήρι των Μετεώρων, αφού δώρισε σ’αυτό πολλά χρήματα. Κάποτε αρρώστησε βαριά και του έπεσαν γένια και μαλλιά. Ο ηγούμενος νόμισε ότι πέθαινε και τον μετάλαβε.
Αυτομάτως εκείνος άρχισε να βγάζει γένια και μαλλιά κατάμαυρα. Παράλληλα, σηκώθηκε και άρχισε να τρέχει σαν νεαρός. Ο ηγούμενος νόμισε ότι ήταν σατανικό το γεγονός, φοβήθηκε και τον κατέδωσε στον πασά της Λαμίας.
Αυτός τον συνέλαβε και διέταξε να τον κρεμάσουν στην πλατεία της πόλης. Όμως, όσες φορές κι αν το επιχείρησαν, απέτυχαν. Κατάπληκτος ο πασάς ανέφερε το γεγονός στον σουλτάνο. Πριν φτάσει η απάντηση, ένας εχθρός του κλέφτη ζήτησε από τον πασά να τον κρεμάσει αυτός. Πράγματι τα κατάφερε, γιατί είδε ότι ο λαιμός του όλος ήταν σκληρός και μόνο σε ένα σημείο ήταν μαλακός. Εκεί έβαλε το σχοινί και τον έστειλε στον άλλο κόσμο. Το τραγικό ήταν ότι η στιγμή που πέθαινε στην κρεμάλα έφτανε το σουλτανικό φιρμάνι που του έδινε χάρη…
Ο κλέφτης της Γορτυνίας Κόλιας Βυτινιώτης ήταν φημισμένος για τα γρήγορα πόδια του. Κάποτε οι Τούρκοι τον συνέλαβαν με δόλο και τον πήγαιναν δεμένο στην Τρίπολη. Στη διαδρομή για να διασκεδάσουν άρχισαν να αγωνίζονται μεταξύ τους στο πήδημα. Ο Κόλιας τους ειρωνεύτηκε ότι πηδούσαν σαν χελώνες. Ο επικεφαλής τον ρώτησε: «Μπορείς εσύ να πηδήσεις περισσότερο από εμάς;».
«Δεμένος μπορώ το διπλάσιο και λυμένος τριπλάσιο ή τετραπλάσιο». Τον άφησαν τότε να πηδήσει δεμένος και πήδησε πράγματι διπλάσιο. Τον θαύμασαν όλοι και αποφάσισαν να μην τον πάνε στην Τρίπολη, όπου τον περίμενε σίγουρος θάνατος. Τον ρώτησε τότε ο επικεφαλής: «Τι θέλεις να σου χαρίσουμε για τη νίκη σου;».
«Να μου λύσετε τα πόδια και να παραβγούμε στο τρέξιμο. Εσύ έφιππος και εγώ πεζός. Αν με πιάσεις, με σκοτώνεις, αν δεν με πιάσεις με αφήνεις ελεύθερο». Σε λίγο ο αγώνας έγινε και ο γοργοπόδαρος Κόλιας νίκησε και έφυγε ελεύθερος.
Ο Τρομερός Κωνσταντάρας
Στα τέλη του 18ου αιώνα ο αρματολός της Παρνασσίδας Κωνσταντάρας, ο οποίος είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων, δεν θρήνησε τους δύο γιους του που σκοτώθηκαν πολεμώντας γενναία τους Τούρκους, αλλά ένιωσε περήφανος γι’ αυτούς. Όταν όμως έμαθε ότι ο άλλος γιος του, τον οποίο είχε στείλει για να μάθει γράμματα σε γειτονικό μέρος, είχε ξεφύγει από τον τίμιο δρόμο και ζούσε έκλυτα και ανήθικα, αγανάκτησε. Πήγε μόνος του και, μόλις εξακρίβωσε ότι οι πληροφορίες ήταν σωστές και ότι ο γιος του πρόσβαλλε με τις ταπεινές πράξεις του το όνομα της οικογένειας του, δεν δίστασε να τον σκοτώσει με τα ίδια του τα χέρια. Όταν τον ρώτησαν γιατί το έκανε, λέγεται ότι απάντησε: «Κάλλιο να κλάψω μια φορά παρά να κλαίγω πάντα».
Πηγή: Όσα δεν γνωρίζατε για την τουρκοκρατία και την επανάσταση του 1821, εκδόσεις Μεταίχμιο