Ήταν Σεπτέμβριος του 1969, όταν ο Ντόναλντ Γκάσκινς ξεκίνησε την εγκληματική του δράση. Λέγεται ότι σκότωσε περισσότερα από 110 άτομα, βασανίζοντας και ακρωτηριάζοντας τα. Έχει μείνει γνωστός ως «ο πιο κακός άνθρωπος του κόσμου».
Γεννήθηκε στη νότια Καρολίνα των ΗΠΑ. Μεγάλωσε σε κακόφημη γειτονιά και οι συμμαθητές του τον είχαν παραγκωνίσει. Η μητέρα του δεν του έδινε σημασία. Όταν ο Γκάσκινς ήταν ενός έτους, ήπιε κατά λάθος κηροζίνη, με αποτέλεσμα να υποφέρει από σπασμούς και εφιάλτες. Οι διάφοροι σύντροφοι της μητέρας του τον ξυλοκοπούσαν σε τέτοιο βαθμό, ώστε κατουριόταν από το φόβο του. Από τότε του είχε μείνει και το παρατσούκλι «κατρουλής».
Ως έφηβος, εντάχθηκε σε συμμορία μαζί με δύο συμμαθητές του και λήστευαν μικρά καταστήματα. Όταν ένα μέλος της συμμορίας αποχώρησε, ύστερα από τσακωμό και για εκδίκηση οι υπόλοιποι βίασαν την αδερφή του. Η κοπέλα τους αναγνώρισε και τους κατήγγειλε στην αστυνομία. Με απόφαση του δικαστηρίου, ο Γκάσκιν κλείστηκε σε αναμορφωτήριο.
Εκεί, τον βίαζαν, σχεδόν σε καθημερινή βάση, κάποιοι από τους τρόφιμους. Σε ηλικία 18 ετών δραπέτευσε για να γλιτώσει, αλλά επέστρεψε για να εκτίσει την ποινή του.
Η αρχή της δράσης του
Το 1951 βγήκε από το ίδρυμα. Παντρεύτηκε και εργάστηκε σε καπνοβιομηχανία. Δύο χρόνια αργότερα, κατηγορήθηκε για φόνο εκ προμελέτης, όταν επιτέθηκε σε ένα κορίτσι με σφυρί, επειδή τον πρόσβαλε. Καταδικάστηκε σε 6 χρόνια φυλακή.
Εκεί βιάστηκε για ακόμη μια φορά από τον διαβόητο κατάδικο, Χάζελ Μπραζέλ. Τον σκότωσε μέσα στο κελί του για να «σώσει το τομάρι του», όπως έλεγε. Τότε, ο Γκάσκινς από θύμα έγινε θύτης.
Το 1955, κρύφτηκε στην καρότσα απορριμματοφόρου και δραπέτευσε από τη φυλακή. Συνελήφθη, αλλά αφέθηκε ελεύθερος τον Αύγουστο του 1961.
Οι φόνοι και το ωτοστόπ
Τα επόμενα χρόνια, ο Γκάσκινς μπαινόβγαινε στις φυλακές για μικροκλοπές και βιασμούς ανηλίκων. Το 1969 εργαζόταν σε εργοστάσιο με οικοδομικά υλικά και όλα έδειχναν πως είχε αφήσει πίσω του την εγκληματική δράση. Ωστόσο, η αλήθεια ήταν διαφορετική.
Το Σεπτέμβριο του ιδίου έτους, βασάνισε και σκότωσε κοπέλα που έκανε ωτοστόπ. Στη συνέχεια, πέταξε το άψυχο κορμί της σε βάλτο, ώστε να μην βρεθεί ποτέ.
«Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ότι μπορούσα να της κάνω ό,τι ήθελα. Χωρίς περιορισμούς», έγραφε μεταξύ άλλων σε επιστολές του.
Με τον ίδιο τρόπο, θεωρείται ότι σκότωσε και εξαφάνισε περισσότερα από 90 άτομα.
Όπως ομολόγησε, ακρωτηρίαζε τα θύματά του, ενώ βρίσκονταν ακόμη εν ζωή, παρατείνοντας το μαρτύριό τους.
Τη δεκαετία του 1970, όποιος τον κορόιδευε για την εξωτερική του εμφάνιση, του χρωστούσε χρήματα ή τολμούσε να τον προσβάλει, έβρισκε φρικτό θάνατο. Πυροβολούσε τα θύματα στον κρόταφο και στη συνέχεια τα έθαβε στις παραλίες της νότιας Καρολίνα. Το 1973, βίασε και σκότωσε την έγκυο γειτόνισσα και τη δίχρονη κόρη της. Ωστόσο, κανείς δεν τον υποπτεύθηκε.
Η σύλληψη
Ο Γκάσκινς συνελήφθη τον Νοέμβριο του 1975, όταν ένας μάρτυρας κατήγγειλε ότι τον είδε να σκοτώνει τον 28χρονο Ντένις Μπελαμί και τον 15χρονο Τζόνι Νάιτ. Ο δράστης συνελήφθη. Όχι μόνο ομολόγησε την ενοχή του, αλλά υπέδειξε και τα σημεία που είχε θάψει πολλά από τα θύματά του.
Η δίκη
Τον Μάιο του 1976, ο Γκάσκινς οδηγήθηκε σε δίκη με την κατηγορία 8 ανθρωποκτονιών εκ προμελέτης και καταδικάστηκε σε θάνατο. Με την κατάργηση της θανατικής ποινής στην πολιτεία της Καρολίνα, η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη.
Το 1982 όμως και ενώ βρισκόταν στη φυλακή, ο Γκάσκινς σκότωσε με εκρηκτικά έναν βαρυποινίτη έναντι χρηματικής αμοιβής. «Το τελευταίο πράγμα που άκουσε πριν πεθάνει (το θύμα) ήταν το γέλιο μου. Και μετά μπουμ», είπε.
Κρίθηκε ένοχος για τη δολοφονία και καταδικάστηκε σε θάνατο, μετά την επαναφορά της εσχάτης των ποινών στην Καρολίνα, το 1977.
Εκτελέστηκε τον Σεπτέμβριο του 1991.
Τα τελευταία του λόγια στην ηλεκτρική καρέκλα ήταν: «Δεν έχω κάτι να πω. Θα αφήσω τους δικηγόρους μου να μιλήσουν για μένα. Είμαι έτοιμος να φύγω».