Την τελευταία του πνοή άφησε σε ηλικία 90 ετών ο ιστορικός ηγέτης της Κούβας Φιντέλ Κάστρο, όπως μετέδωσε το BBC.
Ακολούθησε η ανακοίνωση του προέδρου της Κούβας και αδελφού του, Ραούλ Κάστρο, ο οποίος τον διαδέχθηκε στην εξουσία το 2006.
«Ο κομαντάντε της κουβανικής επανάστασης απεβίωσε στις 22:29 το βράδυ», (05:29 σήμερα Σάββατο ώρα Ελλάδας) είπε ο Ραούλ Κάστρο σε διάγγελμά του το οποίο μετέδωσε απευθείας η δημόσια τηλεόραση της Κούβας.
«Οι λεπτομέρειες της επικήδειας τελετής θα ανακοινωθούν» αργότερα, πρόσθεσε, στο σύντομο διάγγελμα που καταλήγει με το «Hasta la victoria siempre!» («Μέχρι τη νίκη» ) τη γνωστή φράση-ορόσημο του Κουβανού ηγέτη.
Δείτε την ανακοίνωση του Ραούλ Κάστρο:
Ο Φιντέλ Κάστρο (ισπ. Fidel, προφορά: Φιδέλ), πλήρες όνομα Φιδέλ Αλεχάντρο Κάστρο Ρους (1926) υπήρξε πρωθυπουργός της Κούβας από το 1959 μέχρι το Δεκέμβριο του 1976 και αργότερα πρόεδρος της χώρας μέχρι τις 19 Φεβρουαρίου του 2008, όταν τον διαδέχτηκε ο Ραούλ Κάστρο.
Ο Κάστρο γεννήθηκε στο Μπιράν της Κούβας στις 13 Αυγούστου 1926, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αβάνας και για κάποιο χρονικό διάστημα άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου. Από φοιτητής ακόμα αναμείχτηκε στα επαναστατικά κινήματα εναντίον της δικτατορίας του Μπατίστα. Στην εξέγερση του Σαντιάγκο (26 Ιουλίου 1953) ήταν από τους αρχηγούς στην επίθεση κατά των στρατιωτικών καταυλισμών, συνελήφθη όμως και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 15 ετών. Το 1955 αμνηστεύτηκε και κατέφυγε στις ΗΠΑ. Εκεί προσπάθησε να μυήσει στην επανάσταση τους εξόριστους Κουβανούς. Η αμερικάνικη κυβέρνηση όμως αντέδρασε κι έτσι ο Κάστρο διέφυγε στο Μεξικό. Από κει, με λίγους άντρες, αποβιβάστηκε στην Κούβα (2 Δεκεμβρίου 1956) και ανέβηκε στα βουνά.
Το επαναστατικό κίνημαπήρε μεγάλες διαστάσεις και οι αντάρτες, μετά από πολλές επιτυχίες, κατέλαβαν την 1η Ιανουαρίου 1959 την πρωτεύουσα Αβάν. Ο Μπατίστα απέδρασε από την Κούβα και πρωθυπουργός ανέλαβε ο Φιδέλ Κάστρο (1959), αξίωμα το οποίο διατήρησε ως το 1976.
Η υποχώρηση του σοβιετικού ηγέτη Νικίτα Χρουστσόφ στη μεγάλη κρίση της Κούβας τον Οκτώβριο του 1962 και η απομάκρυνση των σοβιετικών πυραύλων από το νησί προκάλεσε την οργή του Φιντέλ Κάστρο, με αποτέλεσμα να επέλθει ψυχρότητα στις σχέσεις Αβάνας – Μόσχας. Χρόνια αργότερα το ομολόγησε ο ίδιος ο ηγέτης της κουβανικής επανάστασης, στην εισήγησή του στο 1ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κούβας: «Οι Κουβανοί δυσκολεύτηκαν τότε να καταλάβουν σ’ όλη της την έκταση την αξία αυτής της λύσης. Σήμερα όμως βλέπουμε αντικειμενικά ότι η κρίση του Οκτωβρίου του 1962 σήμαινε μια νίκη του επαναστατικού στρατοπέδου… Αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκατέστησαν αργότερα πολεμικές βάσεις στην Κεντρική Αμερική και στη Φλόριδα για οργάνωση πειρατικών επιδρομών στις ακτές μας κι έγιναν πολλές τέτοιες επιδρομές, οι επιδρομές αυτές δεν αποτελούσαν παρά τα τελευταία χτυπήματα του τραυματισμένου αλλά ανίκανου αυτοκρατορικού γοήτρου«. Στα τέλη του Απριλίου του 1963 η Μόσχα έπεισε τον Φιντέλ να επισκεφτεί την Ε.Σ.Σ.Δ. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 27ης Απριλιου του 1963 ένα σοβιετικό Τουπόλεφ-114, που μετέφερε τον Κουβανό ηγέτη, έφτασε στην πόλη Μούρμανσκ, στον πολικό κύκλο. Την επομένη, 28 Απριλιου, η υποδοχή στη Μόσχα ήταν θριαμβευτική. Ο Νικίτα Χρουστσόφ και ο Λεονίντ Μπρέζνιεφ, πρόεδρος του Ανωτάτου Σοβιέτ, υποδέχθηκαν τον Κάστρο στο αεροδρόμιο Βνούκοβο. Στη συνέχεια επιβιβάστηκαν σε ανοικτό αυτοκίνητο, επευφημούμενοι από εκατοντάδες χιλιάδες Μοσχοβίτες στην πορεία προς την Κόκκινη Πλατεία, όπου έλαβε χώρα κολοσσιαία συγκέντρωση προς τιμήν του Κάστρο. Την Πρωτομαγιά ο Κάστρο και ο Χρουστσόφ παρακολούθησαν την παραδοσιακή συγκέντρωση από το μαυσωλείο της Κόκκινης Πλατείας, χαιρετώντας τα πλήθη που επευφημούσαν τον Κουβανό ηγέτη. Περίπου 100.000 άνθρωποι κατέκλυσαν και το Στάδιο Λένιν, όπου ο Κάστρο παρακολούθησε ποδοσφαιρικό αγώνα, αν και το αθλητικό πάθος του ήταν το μπέιζμπολ, το ερασιτεχνικό πρωτάθλημα του οποίου είχε εγκαινιάσει στην Αβάνα στις 13 Απριλίου, πριν ξεκινήσει για την Ε.Σ.Σ.Δ.
Το 1965 έγινε γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Κούβας και το 1976 συγκέντρωσε στο πρόσωπό του τα αξιώματα του προέδρου του κράτους και του αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων. Το 1991 επανεκλέχτηκε γενικός γραμματέας του κόμματος και το 1993, 1998 και 2003 το Συμβούλιο των Αντιπροσώπων ανανέωσε για πέντε χρόνια την προεδρική του θητεία. Αναδείχτηκε σε ηγετική μορφή του Τρίτου Κόσμου και ανέπτυξε τους δεσμούς της χώρας του τόσο με αφρικανικές όσο και με ασιατικές χώρες. Το 1975 έστειλε στρατεύματα στην Ανγκόλα στο πλευρό του Λαϊκού Κινήματος για την Απελευθέρωση της Ανγκόλας και το 1978 στην Αιθιοπία για την αντιμετώπιση της εισβολής της Σομαλίας. Το γεγονός αυτό, καθώς και η βοήθεια που πρόσφερε στους Σαντινίστας της Νικαράγουας το 1979, επιδείνωσε ακόμη περισσότερο τις σχέσεις του με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1991 η ανατροπή των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού και η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης σήμαναν την απαρχή μεγάλων οικονομικών δυσκολιών για την Κούβα και ο Κάστρο αναγκάστηκε να κάνει ορισμένα ανοίγματα προς την κατεύθυνση της φιλελευθεροποίησης της κουβανικής οικονομίας. Τιμήθηκε με το διεθνές βραβείο Λένιν (1961) και το χρυσό μετάλλιο Ζολιό-Κιουρί για την ειρήνη το 1972. Συνέγραψε πολιτικά έργα, τα νεότερα από τα οποία είναι Οκτωβριανή Επανάσταση και η Επανάσταση της Κούβας (1978), Φιδέλ (1987).
Ο ηγέτης της Κούβας, Φιδέλ Κάστρο, υποβλήθηκε σε εγχείρηση στο έντερο, καθώς έπασχε από καρκίνο, στο συγκεκριμένο σημείο, στις 31 Ιουλίου 2006 και μεταβίβασε προσωρινά την εξουσία στον αδελφό του, Ραούλ Κάστρο.
Στις 19 Φεβρουαρίου του 2008, έπειτα από μισό αιώνα στο τιμόνι της Κούβας, ο Κάστρο ανακοίνωσε την οριστική παραίτησή του.
Πηγή: Βικιπίδια