Ο Ολγάδο, που είχε θέσει τη ζωή του σε κίνδυνο για να βρεί τους δολοφόνους του γιου του είχε γίνει διάσημος στην Ισπανία, αλλά αυτή η φήμη είχε το δικό της τίμημα. Η El Mundo δημοσίευσε ένα προφίλ του Ολγάδο με τίτλο«Padre Coraje” (πατέρας κουράγιο). Το άρθρο εξέφραζε τις αρετές ενός πατέρα που είχε διακινδυνεύσει τη ζωή του για να εξασφαλίσει δικαιοσύνη για το γιο του και τον έκανε διασημότητα σε ένα βράδυ.

Στις 22 Νοεμβρίου 1995 στην ισπανική πόλη Χερέθ, ο 26χρονος Χουάν Ολγάδο έκανε τη νυχτερινή βάρδια σε ένα βενζινάδικο αναπληρώνοντας χαριστικά έναν φίλο και συνάδελφό του. Τα ξημερώματα, ένας ταξιτζής σταμάτησε να βάλει βενζίνη και αναζήτησε τον υπεύθυνο εξαιτίας ενός προβλήματος στην αντλία ανεφοδιασμού.
Όταν μπήκε μέσα, είδε τους τοίχους βαμμένους με αίμα και τον Χουάν στο πάτωμα να αιμορραγεί ακατάπαυστα. Τότε κάλεσε για βοήθεια και όταν έφτασε το ασθενοφόρο ήταν ήδη αργά. Ο Χουάν άφησε την τελευταία του πνοή άγρια δολοφονημένος με 30 μαχαιριές, οι οποίες προκλήθηκαν από λεπίδα 18 εκατοστών, σύμφωνα με το ιατροδικαστικό πόρισμα.
Το έργο των αρχών ήταν εξαιρετικά δύσκολο καθώς στο χώρο δεν υπήρχαν κάμερες ασφαλείας, αλλά ούτε και αυτόπτες μάρτυρες. Ο Χουάν δεν είχε μπλεξίματα με το νόμο και έτσι δεν υπήρχε εμφανές κίνητρο. Η αστυνομία κατέληξε στο γρήγορο συμπέρασμα ότι οι δράστες ήταν τοξικομανείς, αφού παρόμοια περιστατικά είχαν απασχολήσει στο παρελθόν τις τοπικές αρχές. Οι έρευνες οδήγησαν στη σύλληψη τεσσάρων υπόπτων, χωρίς ωστόσο να υπάρχει ουσιαστική εξέλιξη.

Η αναζήτηση στον υπόκοσμο

Η διαλεύκανση της υπόθεσης έγινε εμμονή στον πατέρα του Χουάν, Φρανσίσκο Ολγάδο, αφού πάνω από τον τάφο του παιδιού του υποσχέθηκε ότι θα φτάσει στους δολοφόνους με κάθε τίμημα.

Ο Φρανσίσκο Ολγάδο κρατώντας τη φωτογραφία του Χουάν (Φωτογραφία Fernando Ruso)

Μέχρι το 1997 ο Ολγάδο ζούσε διπλή ζωή. Κάθε πρωί πήγαινε στη Σεβίλλη όπου εργαζόταν ώς τραπεζικός υπάλληλος και το απόγευμα όταν γυρνούσε άλλαζε ρούχα και ξεκινούσε την περιπλάνησή του στην κακόφημη περιοχή Rompechapines.
Μέχρι τα ξημερώματα τριγυρνούσε σε μπαρ, εγκαταλελειμμένα υπόγεια, ακόμα και σε οίκους ανοχής ψάχνοντας για τους δολοφόνους του Χουάν. Οι πρώτες του «εξορμήσεις» ήταν ερασιτεχνικές, αλλά στη συνέχεια έμπαινε όλο και πιο βαθιά στον υπόκοσμο. Πλησίαζε ναρκομανείς προσφέροντας τους τσιγάρα ή ηρεμιστικά και σιγά σιγά έφτανε όλο και πιο ψηλά στην «ιεραρχία», καταγράφοντας τα πάντα σε ένα μικρό μαγνητόφωνο το οποίο είχε πάντοτε μαζί του. Κάποια στιγμή τον πλησίασε ένας έμπορος ναρκωτικών και τον απείλησε ότι, αν συνέχιζε να κάνει πολλές ερωτήσεις, θα του «φύτευε» μία σφαίρα στο κεφάλι.
Μετά από μήνες ερευνών και καθώς τα αποτελέσματα τον απογοήτευαν, ο Ολγάδο πήρε την απόφαση να πάρει πιό δραστικά μέτρα και να εισχωρήσει στον υπόκοσμο ώς «πραγματικός μαφιόζος.»

Ο «Πέπε»

Από το 1998, ο Φρανσίσκο Ολγάδο κυκλοφορούσε στις κακόφημες περιοχές με δερμάτινο μπουφάν, μαύρα γυαλιά, περούκα και συστηνόταν ώς «Πέπε.»

Ο Ολγάδο ώς «Πέπε» (Φωτογραφία Manuel Pascual/AP)

Μιλούσε με ναρκομανείς και εμπόρους, ενώ προσέφερε 50.000 πέσος σε αυτόν που θα έβρισκε τον «χαμένο» του σκύλο, Ρούφο.
Επικεντρώθηκε στους τέσσερις υπόπτους στους οποίους είχε καταλήξει η αστυνομία, καθώς πίστευε ότι αυτοί ήταν οι δράστες και ότι απαλλάχθηκαν λόγω μη επαρκών στοιχείων.

Αναγνωρίζοντας ο ίδιος ότι ήταν δύσκολο να ακολουθήσει και τους τέσσερις υπόπτους, επικεντρώθηκε στον πρώτο, έναν άντρα με το επίθετο Ασένσιο. Ο μεταμφιεσμένος «Πέπε», εντάχθηκε σε πρόγραμμα χορήγησης μεθαδόνης και εκεί συνάντησε τον Ασένσιο. Προσφέροντας του ναρκωτικά, έγιναν φίλοι και γρήγορα κέρδισε την εμπιστοσύνη του.

Ο Ολγάδο αναπόφευκτα παράτησε την πρωινή του δουλειά στην τράπεζα, αφού δεν μπορούσε να τη συνδυάσει με την έρευνα. Οι σχέσεις του με την οικογένειά του ήταν τεταμένες, καθώς η εμμονή του για τον εντοπισμό των δολοφόνων είχε κουράσει τη γυναίκα και τα παιδιά του. Η ζωή του βρισκόταν σε συνεχή κίνδυνο και αυτό το κατάλαβε για τα καλά όταν ο Ασένσιο του εκμυστηρεύτηκε ότι ήθελε να σκοτώσει τον πατέρα του Χουάν Ολγάδο, γιατί έκανε έρευνες για να βρει τους δολοφόνους του και ήθελε να «προλάβει τον γέρο».
Μετά από καιρό, σε συνέντευξή του ο Φρανσίσκο Ολγάδο είπε: «Είχα μείνει εμβρόντητος, αλλά του πρότεινα να τον σκοτώσουμε μαζί. Έσωσα τη ζωή μου, προτείνοντας να «σκοτώσω» τον εαυτό μου.»
Τελικά, οι δύο «φίλοι» απομακρύνθηκαν σταδιακά και ο Ολγάδο από τύχη δε μπήκε σε περιπέτεις που πιθανόν να του στοίχιζαν τη ζωή.

Ο δικαστικός γολγοθάς

Κάποια στιγμή και μετά από σωρεία λαθών από πλευράς των αρχών, κατάφεραν να στοιχειοθετήσουν ξανά την υπόθεση φέρνοντας σε δίκη τους τέσσερις κατηγορούμενους, ανάμεσά τους και ο Ασένσιο. Μετά από δύο δίκες κατά τις οποίες οι κατηγορούμενοι κρίθηκαν αθώοι, το Μάρτιο του 2009 η υπόθεση μπήκε στο αρχείο λόγω έλλειψης νέων στοιχείων.

Ο Φρανσίσκο Ολγάδο σε ποδοσφαιρικό αγώνα της Χερέθ το 2010, εισέβαλε στον αγωνιστικό χώρο κρατώντας τη φωτογραφία του δολοφονημένου Χουάν (Φωτογραφία Cristina Quicler/AFP)

Τον Οκτώβριο του 2015 ο 75χρονος Ολγάδο έφτανε στη Μαδρίτη με τα πόδια, κουτσαίνοντας ελαφρώς και φορώντας μία λευκή μπλούζα με το πορτρέτο του νεκρού γιου του. Είχε περπατήσει 600 χιλιόμετρα προκειμένου να δει τον υπουργό Δικαιοσύνης. Ο υπουργός συγκινήθηκε από το δράμα του και του είπε ότι, αν και δεν μπορούσε να ανοίξει ξανά την υπόθεση, θα προσπαθούσε να την κοιτάξει εκ νέου.

Ο Ολγάδο στις 30/09/2015 στον «δρόμο για τη Μαδρίτη» (Φωτογραφία Garcia Cordero)

Ένα δακτυλικό αποτύπωμα σε χυμό ο οποίος είχε βρεθεί στο βενζινάδικο, ταυτοποιήθηκε ότι ανήκε σε κάποιον Αγουστίν Μοράλες, ο οποίος όμως είχε πεθάνει στη φυλακή το 2006. Η αστυνομία διέταξε να επανεξεταστούν όλα τα τεκμήρια, χωρίς ωστόσο κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Ο Ολγάδο στο μνημείο του Χουάν στη Χερέθ (Φωτογραφία Aitor Alcalde)

Σήμερα, δεν είναι πια βέβαιος αν ο Ασένσιο και οι άλλοι τρεις ύποπτοι βρίσκονταν στο βενζινάδικο εκείνο το βράδυ του 1995. Πηγαίνοντας καθημερινά στον τάφο του παιδιού του, ο Ολγάδο αναζητεί ακόμη έναν τρόπο για να συνεχίσει να ψάχνει, ακόμη κι αν χρειαστεί να περπατήσει μέχρι το ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Στρασβούργο. “Κάποιος άλλος τρόπος πρέπει να υπάρχει. Και θα τον βρω”, λέει.

Πηγή: Guardian

Διαβάστε επίσης: Το «αίμα ξεπλένεται με αίμα». Ο άγραφος κώδικας τιμής της Αλβανίας που μοιάζει με την ελληνική βεντέτα. Εκατοντάδες οικογένειες έχουν εγκλωβιστεί στο σπίτι τους για να μη δολοφονηθούν…

 

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here