Η Μαρικκού που τα Λεύκαρα, το χάνι του Πάντζιαρου και το αγγούρι του Ππίγκου. Τους χρησιμοποιούμε καθημερινά στις εκφράσεις μας και έχουν γίνει μέρος της καθημερινότητάς μας. Ποιος ξέρει όμως γιατί και πως τα ονόματά τους χαράκτηκαν στην κυπριακή τοπολαλιά; Υπήρξαν δεν υπήρξαν, πραγματικά ή φανταστικά πρόσωπα, το καθένα από πίσω του κουβαλά μία ιστορία.
Μέρος Β’
Και ποιος εν να τα κάμει, η Μαρικκού που τα Λεύκαρα;
Η Μαρικκού για όλες τις δουλειές. Η Μαρικκού που θα κάνει τα πάντα, μας έδωσε όλες τις πληροφορίες, της ανήκουν τα πάντα και εμφανίζεται παντού. Αν και η αρχική σημασία της
έκφρασης αποδίδεται ερωτηματικά όταν κάποιος αρνείται να αναλάβει μία εργασία και τότε τίθεται το έρωτημα: κι αν δεν το κάνεις εσύ ποιος νομίζεις θα το κάνει, η Μαρικκού που τα Λεύκαρα; Ωστόσο, η γνωστή και δυναμική Μαρικκού απαντά και σε άλλες ερωτήσεις:
Ποιος στο είπε; «Η Μαρικκού που τα Λεύκαρα»
Ποιος θα το κάνει; «Η Μαρικκού που τα Λεύκαρα»
Ποιος ήρθε; «Η Μαρικκού που τα Λεύκαρα»
Ποιού είναι; «Της Μαρικκούς που τα Λεύκαρα»
Πολλοί υποστηρίζουν πως η Μαρικκού που τα Λεύκαρα ήταν ένα πραγματικό πρόσωπο.
Για του λόγου το αληθές, όταν το χωριό γύρω στις αρχές του 20ου αιώνα σημείωσε σημαντική ανάπτυξη στο λευκαρίτικο κέντημα, μόνο μία γυναίκα έκανε το αυτονόητο: πήρε το γαϊδουράκι της, τα λευκαρίτικά της κεντήματα και γύριζε τα χωριά πουλώντας τα. Όταν έφτασε πίσω στο χωριό έφερε μαζί της πολλές λίρες. Ωστόσο, αγνοούμε το όνομά της. Για αυτό και μάλλον ονομάστηκε Μαρικκού από τους κατοίκους, οι οποίοι κρατάνε ζωντανή μέσω της προφορικής παράδοσης, την ιστορία αυτής της πρωτοπόρας και δυναμικής γυναίκας που τόλμησε να κάνει κάτι ριζοσπαστικό για την εποχή της. Οι κάτοικοι πάντως του χωριού κάνουν λόγο για μια γυναίκα όμορφη, γύρω στα 45, πολυάσχολη, πληθωρική και λιγομίλητη με ιδιαίτερη αγάπη για το κέντημα. Στο πρόσωπο της Μαρικκούς ενσαρκώνονται οι δυναμικές γυναίκες που έχουν τη λύση για τα πάντα.
Τι εν δαμέσα, εν το χάνι του Ππάνζιαρου;
Μία έκφραση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει πως κάπου επικρατεί πλήρης ακαταστασία και χάος! Υπήρχε ο Ππάντζιαρος; Αυτό κανείς δεν μπορεί να το επιβεβαιώσει. Ωστόσο η λέξη χάνι προέρχεται από το τουρκικό hun, το λεγόμενο δηλαδή πανδοχείο στο οποίο έκαναν στάση ταξιδευτές με τα ζώα τους για να ξεκουραστούν.
Κάποιοι λένε πως το χάνι του Ππάντζιαρου βρισκόταν κάπου στον δρόμο Ερμού της Λευκωσίας και μονίμως ήταν ακατάστατο και υπερβολικά βρώμικο.
Όι, αγγούρι του Ππίγκου.
Όταν θέλουμε να τονίσουμε την έντονη δυσαρέσκειά μας ή αντίθεση μας σε ένα ζήτημα λέμε επιφωνηματικά: Όι, αγγούρι του Ππίγκου! Και η συζήτηση λήγει. Η άρνησή μας έγινε κατανοητή.
Και πάλι όμως οι πληροφορίες γύρω από τον Ππίγκο και τα αγγούρια του που εκφράζουν την αγανάκτηση είναι σχεδόν μηδαμινές. Σύμφωνα με μία ερμηνεία, ο Ππίγκος ζούσε στο χωριό Χλώρακα της επαρχίας Πάφου και καλλιεργούσε τόσο καλής ποιότητας αγγούρια που κανείς δεν μπορούσε να τον φτάσει.
Σαν την Αλαμάνα
Σύμφωνα με το βιβλίο του Γιώργου Β. Γεωργίου «1099 κυπριακές παροιμίες και φράσεις», αυτή είναι μια έκφραση η οποία χρησιμοποιείται όταν προσπαθούμε να περιγράψουμε μία μεγαλόσωμη, πληθωρική γυναίκα. Για την ιστορία, πιστεύεται πως 300 σταυροφόροι Αλαμάνοι, Γερμανοί στρατιώτες ήρθαν στην Κύπρο και «άγιασαν». Επειδή οι Αλαμάνοι ήταν παραδοσιακά μεγαλόσωμοι άνθρωποι, έκτοτε έμεινε η έκφραση ως χαρακτηριστικό.
Εμείναμεν σαν έμεινε ο Χατζημάρκος πέρυσι
Τον Χατζημάρκο τον χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε ότι κάποιες φορές οι άνθρωποι δεν δείχνουν την απαιτούμενη προνοητικότητα σε κάποια θέματα ή προσοχή. Όμως ο Χατζημάρκος πώς έμεινε δηλαδή κι από τι έμεινε; Λέγεται πως ήταν ένας αρτοποιός στην Πάφο και μια μέρα ξέμεινε από κάρβουνα. Αποτέλεσμα να μην μπορεί να ψήσει τα προϊόντα του και να πάει χαμένη η φουρνιά.
Μία άλλη εκδοχή υποστηρίζει πως ενώ οδηγούσε το ποδήλατό του, τρύπησε το λάστιχο και ξέμεινε για ώρες μέσα στον δρόμο.
Διαβάστε επίσης στη ΜτΧ: Ποιος εν ο πελλός που την πόρτα και γιατί εν της παπαθκιάς τα ξύλα; Κυπριακές εκφράσεις που χρησιμοποιούμε καθημερινά και κρύβουν από μία ιστορία!