Κατά τα πρώτα χρόνια της αγγλοκρατίας, η Κύπρος μαστιζόταν από ληστές και ομάδες παρανόμων που δημιουργούσαν σοβαρά προβλήματα ασφάλειας, ιδιαίτερα σε μικρότερες κοινότητες της υπαίθρου. Στην επαρχία Πάφου το φαινόμενο ήταν ιδιαίτερα έντονο, κυρίως με τη δράση των γνωστών «Χασαμπουλιών», των τριών Τούρκων από την Πάφο οι οποίοι σκορπούσαν τον τρόμο.
Λιγότερο γνωστή είναι η περίπτωση ενός μοναχικού κακοποιού, του 25χρονου Γεώργη Γιαλλούρη από την Τσάδα της Πάφου, ο οποίος από το 1891 με την εγκληματική δραστηριότητά του τρομοκρατούσε περιοχές της Πάφου. Κυνηγημένος, για να γλυτώσει από τη δικαιοσύνη, διέφυγε στο εξωτερικό (πρώτα στην τουρκοκρατούμενη Κάλυμνο και μετά στη Βηρυτό ―επίσης κάτω από τουρκική διοίκηση), τελικά όμως εκδόθηκε στις κυπριακές αρχές, καταδικάστηκε σε θάνατο και τον Νοέμβριο του 1894 εκτελέστηκε στις φυλακές του Σεραγίου, στη Λευκωσία.
Ο Γιαλλούρης ήταν νέος και αρκετά ωραίος, γι’ αυτό και συγκέντρωσε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, αλλά και τη συμπάθεια πολλών, παρά τη δράση του. Είναι ενδεικτικό ότι τουλάχιστον δύο σημαντικοί λαϊκοί ποιητές (ποιητάρηδες) της εποχής, κυκλοφόρησαν φυλλάδες περιγράφοντας τη δράση και το τέλος του Γιαλλούρη, με χαρακτηριστική εύνοια.
Ο Χριστόδουλος Τζιαπούρας, ποιητής από την Πάφο, πρίν από την εκτέλεση του Γιαλλούρη, έγραψε το ποίημα «Τραγούδιον του Γεωργή Γιαλλούρη» (1893).
«Στα χίλια οκτακόσια στα ενενήντα ένα
ό,τι γινεί γνωρίζω το, ρωτάτε με κι εμένα.
Επόνησα τα μάδια μου που το πολύν γραψίμιν,
να ιστορήσω τακτικά του Γιαλλουρκού την φήμην.
Πως είναι νέος νόστιμος αγγελοκαμωμένος
με το φαρμάκι της κουφής αλήθεια ζυμωμένος».
Τρία χρόνια μετά την εκτέλεση του Γιαλλούρη, ένας άλλος «ποιητάρης», ο Κυριάκος Παπαδόπουλος περιέγραφε μέσα από τους στίχους του ποιήματος, «Ο διαβόητος Γιαλλούρης», τη μεταφορά του νεαρού υπόδικου μέσα από τους δρόμους της Λευκωσίας. Εμφανής ήταν και η πικρία του μετά τον θάνατο του Γιαλλούρη.
«Όταν τον επερνούσασιν από την Λευκωσίαν
δεν εχώρεν η αγορά που την πολλοκοσμίαν.
Πολλοί τον ελυπήθησαν γιατ’ είχεν νοστιμάδες,
μαζεύθη κόσμος άμετρος, άνω τες δυο χιλιάδες
Πολλά τον ελυπήθηκα, έρχεται μου να κλάψω,
τρία μερόνυκτα ’καμα την λύπην του να γράψω.
Είχεν αγγελικόν κορμί, πολλοί τον επαινούσιν,
ποτέ μου δεν τον ήξευρα, άλλοι μου το λαλούσιν».
Ο Γεωργής Γιαλλούρης δεν ήταν ευρέως γνωστός όπως άλλοι κακοποιοί εκείνης της εποχής. Ωστόσο, τα χρόνια μετά τον θάνατό του δημιουργήθηκε ένας μύθος στην κοινωνία της Κύπρου για τη ζωή και τη δράση του, όπως μαρτυρούν άλλωστε τα ποιήματα που αφιερώθηκαν στο πρόσωπό του.