Τον Ιούνιο του 1958, οι Παναγιώτης Γεωργιάδης και Αλέκος Κωνσταντίνου ξεκίνησαν από τα Λειβάδια με εντολή του τομεάρχη Σπηλιών, Χριστάκη Τρυφωνίδη, να πάνε στο Κούρδαλι και να φτιάξουν κρησφύγετο στο σπίτι του Ανδρέα Πατσαλίδη.
Μαζί τους μετέφεραν δύο βόμβες των επτά κιλών για ανατίναξη του δασικού σταθμού Πλατανιών, δύο μπαταρίες, σύρματα και μια συσκευή «νάρκης πιέσεως» για να παραδώσουν στον Κώστα Αναξαγόρα.
Οι τέσσερις νεαροί αγωνιστές, μυημένοι στην ΕΟΚΑ από τις αρχές του αγώνα, είχαν μέχρι τότε πετύχει δολιοφθορές και απώλειες στον βρετανικό στρατό.
Στις 20 Ιουνίου 1958, συναντήθηκαν στο σπίτι του Πατσαλίδη, στην περιοχή που οι Βρετανοί ονόμαζαν «Καρδιά της ΕΟΚΑ», αφού εκείνα τα χωριά είχαν δώσει στον αγώνα τους περισσότερους νέους και όλο το αντάρτικό γινόταν εκεί.
Η έκρηξη
Ετοιμάζοντας την επόμενη βομβιστική τους επίθεση, επεξεργάζονταν τη νάρκη πιέσεως.
Για άγνωστο λόγο, κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής τους, μία εκτυφλωτική λάμψη κι ένας εκκωφαντικός θόρυβος, διέλυσε τα πάντα.
Το νιόχτιστο σπίτι του Ανδρέα Πατσαλίδη είχε γίνει συντρίμμια, ενώ τα κορμιά των τεσσάρων αγωνιστών σκορπίστηκαν στα γύρω περβόλια κομματιασμένα.
Οι γείτονες από τα γύρω χωριά έτρεξαν στην περιοχή να δουν τι συνέβη.
«Θεέ μου, ο ένας είναι κομματιασμένος!», ακούστηκε η πρώτη φωνή κι ενώ ο κόσμος προσπαθούσε να αναγνωρίσει τα πρόσωπα στα κομματιασμένα κορμιά.
Μια γυναίκα λίγο πριν λιποθυμήσει φώναξε «Κοιτάξτε πάνω στην καρυδιά», δείχνοντας τις ανθρώπινες σάρκες που κρέμονταν από τα κλαδιά.
«Τουλάχιστον σώσαμε τα όπλα»
Η σύζυγος του Ανδρέα Πατσαλίδη, Μαρία, ψύχραιμη κρατούσε τη μικρή τους κόρη Μαρία από το χέρι.
Λίγο πριν την έναρξη της εκπαίδευσης των τεσσάρων αντρών, απομακρύνθηκε διακριτικά με το παιδί σε άλλο δωμάτιο για να τους αφήσει να εξασκηθούν με άνεση.
Αυτό τις έσωσε από τη βίαιη έκρηξη.
Μόλις έγινε η καταστροφή, υπέδειξε στις συναγωνίστριές της να μαζέψουν τον οπλισμό που έμεινε στο σπίτι. «Τουλάχιστον σώσαμε τα όπλα», είπε στις υπόλοιπες.
Οι τέσσερις αγωνιστές
Ο Ανδρέας Πατσαλίδης, στον οποίο άνηκε το σπίτι, καταγόταν από τα Καννάβια και ήταν 28 ετών.
Νυμφευμένος με την Ειρήνη Αλέξανδρου, πατέρας μίας μικρής κόρης και ενός αγέννητου γιου, ήταν από τους πρώτους αγωνιστές που εντάχθηκαν στον αγώνα της ΕΟΚΑ.
Μαζί με τη σύζυγό του, που και η ίδια ήταν μυημένη στον αγώνα, απέκρυπταν οπλισμό και αντάρτες στο σπίτι τους.
Ο Παναγιώτης Γεωργιάδης, γνωστός και ως ο «Ίκαρος» της οργάνωσης, ήταν 29 ετών.
Είχε υπηρετήσει στον αγώνα ως ο σύνδεσμος του Γρίβα με τον Μακάριο, μετέφερε καταζητούμενα άτομα και διέθετε κρησφύγετο στο σπίτι του στα Λειβάδια.
Καταζητήθηκε και ο ίδιος από τους Βρετανούς και διέφυγε ως αντάρτης στα βουνά στην ομάδα του Στυλιανού Λένα. Ως το 1958, επιδόθηκε στην αναδιοργάνωση των Λειβαδιών που είχαν υποστεί πλήγμα κατόπιν προδοσίας μέχρι τον θάνατό του στις 20 Ιουνίου.
Ο Κώστας Αναξαγόρας, στον οποίο έπρεπε να παραδοθεί η νάρκη πιέσεως καταγόταν από το γειτονικό χωριό Σπήλια. Εργαζόταν ως οδηγός στο Μεταλλείο Αμιάντου και υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος της Νέας Συντεχνίας ΣΕΚ και του Αθλητικού Συλλόγου Άρης, που αμφότεροι έδωσαν πολλά στελέχη στον αγώνα της ΕΟΚΑ. Ο πατέρας του, μόλις έμαθε για τον θάνατό του είπε: «Έχασα τον πρώτο. Έχω αμέσως άλλον, έτοιμο να πάρει τη θέση του στον αγώνα».
Την ημέρα που πέθανε μαζί με τους τρεις συναγωνιστές του, συμπλήρωνε τα 23 του χρόνια.
Ο μοναδικός που δεν καταγόταν από εκείνες τις περιοχές και έως σήμερα ο τάφος του παραμένει στην κατεχόμενη πλευρά του νησιού ήταν ο Αλέκος Κωνσταντίνου.
Μόλις 22 ετών, ο μικρότερος της επιχείρησης ήταν το μοναδικό παιδί του Κώστα και της Ελπινίκης Κωνσταντίνου.
Αριστούχος της αγγλικής γλώσσας είχε πετύχει να εξασφαλίσει θέση στον βρετανικό στρατό, αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να μυηθεί στον αγώνα για απελευθέρωση και ένωση.
Μαζί με τη μητέρα του έκρυβε τον οπλισμό της οργάνωσης στο σπίτι τους, ενώ ο ίδιος ήταν στο εκτελεστικό Αμμόχωστου.
Στις 14 Απριλίου 1958, μαζί με ένα συναγωνιστή του πυροβόλησαν κατάμουτρα τον ανακριτή Ντιάρ ο οποίος είχε πει «κανείς δεν τολμά να σταθεί μπροστά μου και να πυροβολήσει».
Διαβάστε επίσης στη ΜτΧ: «Έβαλα δύο τάγματα και αλληλοσυγκρούστηκαν και γέμισαν την χαράδρα πτώματα και εγώ έφυγα μέσα από τα μάτια τους». Η θρυλική παγίδα θανάτου που έστησε ο Αυξεντίου στους Βρετανούς στη μάχη στα Σπήλια