Η ιστορία του Λάλε Σολόκωφ έγινε γνωστή σχεδόν εξήντα χρόνια μετά την απελευθέρωση των τελευταίων κρατούμενων του Άουσβιτς από τον Κόκκινο Στρατό το 1945.
Ο Λούντβιχ «Λάλε» Έιζενμπεργκ, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, μεταφέρθηκε από τους Ναζί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης τον Απρίλιο του 1942 σε ηλικία 26 ετών.
Όταν οι Ναζί εισέβαλαν στη Σλοβακία, ο ίδιος ο Λάλε τους πρότεινε να τον μεταφέρουν στο Άουσβιτς, πιστεύοντας ότι με αυτό τον τρόπο θα έσωζε την οικογένειά του. Τελικά οδηγήθηκε στο στρατόπεδο και πλέον ήταν ο κρατούμενος υπ΄αριθμόν 32407.
Στην αρχή ο Λάλε δούλευε στο Άουσβιτς ως οικοδόμος, αλλά λόγω τυφοειδή πυρετού απαλλάχθηκε από τα «καθήκοντά» του. Αφού τον φρόντισε, τον πήρε υπό την προστασία του ένας γάλλος ακαδημαϊκός με το όνομα Παπέν, ο οποίος ήταν αυτός που «χτυπούσε» τους αριθμούς στα δέρματα των κρατουμένων. Ο Λάλε έγινε βοηθός του, αλλά μετά την απροσδόκητη εξαφάνιση του Παπέν, έγινε ο βασικός «τατουατζής» του Άουσβιτς.
Τα τατουάζ και ο μεγάλος έρωτας
Στον κρατούμενο 32407 δόθηκε μία τσάντα με όλο τον εξοπλισμό, αλλά και ένα περιβραχιόνιο με την ένδειξη «Politische Abteilung» (Πολιτικό τμήμα). Οι αξιωματικοί των SS εισήγαγαν μια συσκευή διπλής βελόνας που ήταν και το εργαλείο με το οποίο δούλεψε ο Λάλε. Έχοντας πλέον τον προνομιακό τίτλο του τατουατζή, έτρωγε στο κτίριο της διοίκησης, του δίνονταν μεγαλύτερες μερίδες και κοιμόταν σε μονό δωμάτιο. Όταν η δουλειά του τελείωνε ή όταν δεν υπήρχαν νέοι κρατούμενοι, είχε ελεύθερο χρόνο.
«Το πρώτο που ένιωθαν ήταν ο πόνος και αμέσως μετά συνειδητοποιούσαν ότι εκείνη τη στιγμή έχαναν το όνομά τους. Από εκείνη τη στιγμή και μετά οι κρατούμενοι δεν έπρεπε να χρησιμοποιούν τα ονόματά τους. Έπρεπε να χρησιμοποιούν τους αριθμούς τους»
Όπως ανέφερε η Μόρις στην εφημερίδα Daily Telegraph, ποτέ δε θεώρησε τον εαυτό του ως συνεργάτη των Ναζί, παρά τα προνόμιά του και, «η απειλή να μην δεί το φώς της επόμενης μέρας ήταν πάντα ζωντανή.»
Στο δωμάτιο όπου δούλευε ο Λάλε, συχνά τον επισκεπτόταν ο Γιόζεφ Μένγκελε και τον απειλούσε για τη ζωή του, ενώ του σιγοτραγουδούσε στο αυτί, «Μια μέρα, tetovierer (τατουατζή), θα σε πάρω, μια μέρα…»
«Υπήρχε κάτι σε αυτό το κορίτσι και στα λαμπερά της μάτια«
Για τον Λάλε, το να κάνει τατουάζ στους άντρες κρατούμενους ήταν κάτι το οποίο είχε συνηθίσει και ήταν υποφερτό, αλλά όταν πήγαιναν νέα κορίτσια ένιωθε τρόμο.
Όταν ακόμα δούλευε στο πλευρό του Πεπάν, του ζητήθηκε να «χτυπήσει» αριθμό σε ένα νέο κορίτσι. Αν και αρχικά ήταν διαστακτικός, πείστηκε από τον γάλλο συγκρατούμενό του και έκανε το τατουάζ στο χέρι της Γκίτα Φουρμάνοβα, η οποία κρατούνταν στο γυναικείο στρατόπεδο στο Μπίρκεναου. «Υπήρχε κάτι σε αυτό το κορίτσι και στα λαμπερά της μάτια», είχε πει ο ίδιος.
Με τη βοήθεια ενός φύλακα των SS, ο Λάλε έστελνε γράμματα στη Γκίτα, τα οποία εξελίχθηκαν σε κρυφές συναντήσεις. Της εξασφάλιζε επιπλέον μερίδες φαγητού και κανόνισε να μεταφερθεί σε καλύτερο πόστο εργασίας. Η Χέδερ Μόρις, είχε πει για τη σχέση τους: «Η Γκίτα είχε πάντα αμφιβολίες, πολύ ισχυρές αμφιβολίες. «Δεν έβλεπε μέλλον. Εκείνος όμως, κατά βάθος, ήξερε ότι θα επιβιώσει. Είναι επιζών χάρη στην τύχη του, επειδή ήταν τη σωστή στιγμή στο σωστό μέρος αλλά και επειδή μπορούσε να χειραγωγεί τις ευκαιρίες που του παρουσιάζονταν.«
Αμέσως μετά την απελευθέρωση των κρατουμένων του Άουσβιτς, έχασαν ο ένας τα ίχνη του άλλου, αλλά συναντήθηκαν πάλι τον Οκτώβριο του 1945. Παντρεύτηκαν στην πρώην Τσεχοσλοβακία και άλλαξαν το επίθετό τους στο ρωσικό Σολόκωφ.
Ωστόσο, κατηγορήθηκαν και φυλακίστηκαν από την Σοβιετική κυβέρνηση, με την κατηγορία ότι συγκέντρωναν χρήματα και τα έστελναν σε οργανώσεις εκτός της Τσεχοσλοβακίας, με σκοπό την υποστήριξη της ίδρυσης ισραηλινού κράτους στα παλαιστινιακά εδάφη.
Σε μία από τις άδειές τους, το ζευγάρι διέφυγε στη Βιέννη, μετά στο Παρίσι και κατέληξε στην Μελβούρνη. Ο Λάλε ασχολήθηκε με το εμπόριο υφασμάτων και η Γκίτα έγινε σχεδιάστρια μόδας. Η Γκίτα επισκέφθηκε μερικές φορές την Ευρώπη όσο ζούσε στην Αυστραλία, σε αντίθεση με τον άντρα της ο οποίος δεν το έκανε ποτέ.
Η Γκίτα Σολόκωφ πέθανε το 2003 και ο θάνατος της αποτέλεσε την αφορμή για να «μιλήσει» ο Λάλε μετά από εξήντα χρόνια και να διηγηθεί την ιστορία του στη Χέδερ Μόρις.
Ο Λάλε Σολόκωφ πέθανε το 2006 σε ηλικία 90 ετών.
Το 2003, μετά το θάνατο της γυναίκας του, αποκάλυψε στη συγγραφέα Χέδερ Μόρις τη συνταρακτική, αλλά και ρομαντική ιστορία κατά τη διάρκεια της κράτησης του στο διαβόητο κολαστήριο
«Ο τρόμος που συνεπάγεται η επιβίωσή του για τρία χρόνια σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, τον άφησε να έχει σε όλη του τη ζωή μια αίσθηση συνεχούς φόβου και παράνοιας. Η ιστορία χρειάστηκε τρία χρόνια για να ξετυλιχθεί. Έπρεπε να κερδίσω την εμπιστοσύνη του και χρειάστηκε αρκετό χρόνο μέχρι να δεχτεί να ανατρέξει στις στιγμές εκείνες που είναι πολύ επώδυνες για τον ίδιο.»
Τον Ιανουάριο του 2018 κυκλοφόρησε το βιβλίο της Χέδερ Μόρις, «The Tattooist of Auschwitz», περιγράφοντας την απίθανη ιστορία του κρατούμενου 32407.
Διαβάστε επίσης: Γιόζεφ Μένγκελε. Ο Γερμανός γιατρός που έκανε διεστραμμένα πειράματα σε κρατούμενους του Άουσβιτς και το θρίλερ με την καταδίωξή του στην Κύθνο…