Στις 18 Σεπτεμβρίου 1931 ξέσπασε ένας από τους αιματηρότερους πολέμους του 20ου αιώνα, ο Σινο-ιαπωνικός πόλεμος.
Μέσα σε έξι μήνες οι Ιάπωνες κατέλαβαν τη βορειοανατολική Κίνα.
Το 1932 μια ολιγάριθμη ομάδα Ιαπώνων επιστημόνων, με επικεφαλής τον νεαρό αξιωματικό Σίρο Ισίι, περιόδευσε στα νεοκατεκτημένα εδάφη αναζητώντας ένα χώρο για εγκατάσταση εργαστηριών βιολογικού πολέμου.
Ο Ισίι, ένας αμοραλιστής δρ ιατρικής, με υψηλές διασυνδέσεις στην ιαπωνική κυβέρνηση, είχε καταφέρει να την πείσει, ότι τα βιολογικά όπλα θα χάριζαν τη νίκη στην Ιαπωνία.
Τελικά το 1936, με εντολή του αυτοκράτορα Χιροχίτο, ιδρύθηκαν δύο εργαστήρια. Η Μονάδα 731 (στο Πινγκ Φανγκ) με την ονομασία: «Τμήμα πρόληψης επιδημιών και καθαρισμού υδάτων της Στρατιάς του Κουαντούγκ».
Το δεύτερο εργαστήριο ονομάστηκε Μονάδα 100. Η επίσημη ονομασία της ήταν «Τμήμα πρόληψης της Στρατιάς του Κουαντούγκ».
Πίσω απ’ αυτές τις ονομασίες κρυβόταν ένα φιλόδοξο πρόγραμμα βιολογικών όπλων, το οποίο χρηματοδοτείτο αφειδώς από την ιαπωνική κυβέρνηση.
Στις 4 Οκτωβρίου 1940 οι Ιάπωνες εξαπέλυσαν βακτηρίδια πανώλης, εναντίον κινεζικών στρατευμάτων στην περιοχή Τσενχιάνγκ.
Ακολούθησαν άλλες τέσσερις βιολογικές επιθέσεις μέχρι τον Ιανουάριο του 1941, με πολύ φτωχά αποτελέσματα.
Ο Ισίι βελτίωσε τις τακτικές του και οργάνωσε δύο νέες επιθέσεις, εναντίον αμάχων. Προκλήθηκαν όντως επιδημίες πανώλης, αν και ο αριθμός των θυμάτων παραμένει ανεξακρίβωτος.
Μετά το τέλος του πολέμου τα αρχεία της Μονάδας 731 έπεσαν στα χέρια του Αμερικανικού Στρατού.
Ωστόσο, δεν δόθηκε στη δημοσιότητα το παραμικρό στοιχείο για βιολογικό πόλεμο. Αυτό ώθησε τους Ιάπωνες να αρνηθούν κάθε κατηγορία περί βιολογικών επιθέσεων. Οι Κινέζοι όμως κάνουν λόγο για αεροψεκασμούς αμάχων με τοξίνη αλλαντίασης, ενέσεις λύσσας και κίτρινου πυρετού, εγχειρήσεις σε αιχμαλώτους χωρίς αναισθητικό, μέχρι και μολύνσεις νεογέννητων με πανώλη.
Στα παραπάνω συνηγορούν και μαρτυρίες Αμερικανών και Βρετανών αιχμαλώτων πολέμου. Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι Αμερικανοί συνέλαβαν 5.570 Ιάπωνες και τους παρέπεμψαν σε δίκη με την κατηγορία των εγκλημάτων πολέμου. Ανάμεσά τους δεν υπήρχε ούτε ένας υπεύθυνος προγράμματος βιολογικού πολέμου. Ούτε καν κάποιος χαμηλόβαθμος τεχνικός.
Οι ΗΠΑ είχαν ξεκινήσει το δικό τους βιολογικό πρόγραμμα το 1942. Τρία χρόνια μετά, τα αντίστοιχα προγράμματα των Βρετανών και των Σοβιετικών φαίνονταν ότι παρουσίαζαν μεγαλύτερη εξέλιξη.
Η συνεργασία με Ιάπωνες ειδικούς φάνταζε ως μοναδική ευκαιρία για τους Αμερικανούς ώστε να υπερκαλύψουν τη διαφορά με τους άσπονδούς συμμάχους τους.
Πολύ γρήγορα λοιπόν ανακάλυψαν τον Ισίι, παρά την προσπάθεια του τελευταίου να καλύψει τα ίχνη του σκηνοθετώντας ακόμη και την κηδεία του.
Ο Ιάπωνας επιστήμονας δέχθηκε πρόθυμα να αλλάξει «εργοδότες».
Άλλωστε τους έπεισε για την χρησιμότητά του, παραδεχόμενος ότι ήταν ο μόνος στον κόσμο που είχε πειραματιστεί σε ανθρώπους!
Το 1946 η Επιτροπή Άπω Ανατολής (διυπουργικό όργανο των ΗΠΑ για την ανασυγκρότηση της περιοχής), απέκλεισε κάθε πιθανότητα παραπομπής του Ισίι και των συνεργατών του σε δίκη, με το εξής πόρισμα: «Η αξία των πληροφοριών του ιαπωνικού προγράμματος βιο-όπλων είναι τέτοια για την ασφάλεια των ΗΠΑ που υπεβαίνει κατά πολύ την αξία της δίωξης τους για εγκλήματα πολέμου».
Έτσι κανείς από την ομάδα Ισίι δεν τιμωρήθηκε. Το ογκώδες αρχείο των ιαπωνικών μονάδων μεταφέρθηκε στις ΗΠΑ, υπό συνθήκες άκρας μυστικότητας. Είναι βέβαιο ότι αξιοποιήθηκε στον μέγιστο βαθμό. Ωστόσο δεν υπάρχει πρόσβαση σε αυτό.
Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή του Αμερικανικού Στρατού καταστράφηκε σε μια πυρκαγιά στο Σαιντ Λούις, όπου είχε αποθηκευτεί.
Επρόκειτο για μια πολύ βολική φωτιά.
ΔΙΑΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Τι δείχνει ο πίνακας από τη μάχη της Κρήτης που έγινε γραμματόσημο. Η θρυλική πρώτη αναμέτρηση με τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές στο Καστέλι Κισάμου…